“Γεννήθηκα στην Ελλάδα,με πατέρα Έλληνα και μητέρα Ελληνίδα, γιαγιάδες και παππούδες Έλληνες κι αυτοί,όπως και οι δικοί σου”
της Σοφίας Γ. Παπαδάκη
Ελληνίδα κι εγώ και ας μην πολέμησα ποτέ όπως εκείνοι. Διδάχθηκα όμως τηνελληνική,στο ελληνικό σχολείο,παρακολούθησα μαθήματα ελληνικής ιστορίας,δηλώνω χριστιανή ορθόδοξη και κάπως έτσι δικαιολογώ την ελληνική καταγωγή μου και τον τίτλο της Ελληνίδας πολίτη.
Όπως κι εσύ. Κι εκεί που διαβάζω τους τίτλους των εφημερίδων, ένα φθινοπωρινό πρωί της εθνικής εορτής, αλλιώτικο, ελληνικό με κλίμα ανοιξιάτικο (γιατί οι ήρωες σε αυτή τη χώρα αγαπούν να φεύγουν όταν η φύση φοράει τα καλά της), με μια κούπα ελληνικό καφέ στο χέρι(αναζητώ συνέχεια τρόπους να δικαιολογήσω την ελληνικότητα της ύπαρξης μου) πέφτω στον τίτλο που έγραφε με κεφαλαία έντονα γράμματα: “ΑΘΑΝΑΤΟΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ! ΖΗΤΩ ΤΟ ΕΘΝΟΣ”.
Ένας κόμπος στο λαιμό μου, δεν μου επέτρεπε να ανασάνω( το ίδιο συναίσθημα γνώριμο σε κάθε ημέρα εθνικής εορτής) πριν και μια βαθιά θλίψη με συνεπήρε.
“Ναι”, είπα μέσα μου, “εκείνοι αξίζει να λέγονται Έλληνες,κι εκείνοι και άλλοι πολλοί που και σε καιρό ειρήνης (;) θυσιάζονται για την πατρίδα”. Την ίδια χώρα της οποίας ο μισός πληθυσμός παρακολουθεί φανατικά τούρκικες σαπουνόπερες και υμνεί τους πρωταγωνιστέςτους, συντονίζεται ανελλιπώς για να δει την ζωή των παικτών του τουρκικού Survivor και αλλάζει με ταχύτατους ρυθμούς τηλεοπτικό σταθμό την ώρα που τυγχάνει να γίνεται λόγος για τις τούρκικες προκλήσεις στο Αιγαίο ή για ζητήματα της της ελληνικής τύχης. Γιατί λέει δε μπορεί, κουράζεται,πέφτει η ψυχολογία του.
Κι ενώ το νόμισμα υποτίθεται ότι έχει δύο όψεις,εν προκειμένω, η όψη είναι ίδια και στην άλλη πλευρά. Στην ερώτηση: Τι γιορτάζουμε την 28η Οκτωβρίου; η απάντηση είναι : “Δεν γνωρίζω,δεν απαντώ.” ή σε μια καλύτερη εκδοχή, “Τον πόλεμο”.
Εν αντίθεση με την ερώτηση για το σκορ Ολυμπιακού – Παναθηναϊκού που οι απαντήσεις έχουν επιτυχία εκατό στα εκατό.
Στις δε παρελάσεις αρνούμαστε να συμμετάσχουμε γιατί ” Ποιός ξυπνάει πάλι σήμερα;” και “Τι νόημα έχει να φορέσουμε πάλι αυτά τα χαζά ρούχα; Πάμε για κανένα καφέ;” (αγκαλιά με το ηλεκτρονικό τσιγάρο,τη νέα μόδα). Δείξαμε όλη την ελληνικότητα μας σε ένα : “ΑΘΑΝΑΤΟΙ” που γράψαμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και την εξαντλήσαμε με ένα τυπικό :” Κουράγιο στις οικογένειές τους”.
Σήμερα η Ελλάδα πενθεί τους Έλληνες αγωνιστές. Την ίδια ώρα που στην απέναντι όχθη εκτυλίσσεται μια ακόμα τραγωδία. Η χώρα ετούτη πενθεί εδώ και χρόνια την Παιδεία της,την ελληνική. Η μάνα των παιδιών της βρίσκεται σε κώμα και αναρωτιέμαι αν η κατάσταση είναι ή οχι μη αναστρέψιμη. Η θλίψη μου είναι βαθιά. Είμαι δασκάλα και ελάχιστα μιλώ στα παιδιά μου για τη χώρα μας,σπανίως τους αφηγούμαι την ιστορία μας. Τα βομβαρδίζω καθημερινά με κανόνες γραμματικής και θεωρίες γραφής.
Τους μαθαίνω βέβαια την ελληνική,αλλά αλίμονο. Κι ύστερα,τι αξία έχει η γλώσσα δίχως την ιστορία της; Βρεθήκαμε όλοι όμηροι μιας παιδείας που νοσεί. Ενός έθνους που λησμονησε να μιλήσει στους Έλληνες για την Ελλάδα. Τόνοι μελάνης χύθηκαν για την ομορφιά των τοπίων της,τους αγώνες για την Ελευθερία. Οι τέχνες και τα γράμματα εδώ γεννήθηκαν,η ποίηση και η λογοτεχνία κι αυτές παιδιά της.
Και σήμερα η μάνα ετούτη γεννά παιδιά που δεν τους μίλησαν για αυτά τους τα αδέρφια. Αυτό είναι ήττα. Ήττα δική μου,δική σου,δική μας, όλων. Δε θέλουν οι ήρωες δάφνες και μεγάλους επιτήδειους, ούτε η κυρά της Ρου ήθελε δόξα.Για την Ελλάδα έζησαν και πέθαναν για τον ίδιο λόγο πρέπει να ζούμε όλοι όσοι πατουμε τα χώματά της και αύριο θα θέσομε σε αυτά.
Να μάθουν τα παιδιά μας την ιστορία του τόπου τους,να τις τιμούν εγκάρδια, με θαυμασμό τις εθνικές επετείους,να υψώνουν τη φωνή τους και να χουν κρίση ελληνική.
Να μάθουν ν’ αγαπούν την πολυπίκρατη πατρίδα τους και να μένουν πιστοί στο διαρκή αγώνα για τη Λευτεριά.
Υπόσχομαι αύριο να μιλήσω σταπαιδιά μου για την Ελλάδα,και.κάθε μέρα θα τους διηγούμαι μια μικρή ιστορία μέσα απ’τις χιλιάδες.
Υπόσχομαι να τους διδάξω Παιδεία ελληνική. Θέλω να λέγομαι Έλληνας γιατί “πολέμησα”. Εσύ;