Όπως σε όλη τη Κρήτη, έτσι και στην Μεσαρά, μιλούσαν συχνά παρσβολικά, ποτέ με παροιμίες και πότε με φράσεις, που μέσα τους έκρυβαν τη φιλοσοφία των ανθρώπων, πολλών γενεών
Στη Μεσαρά είχαμε ουκ ολίγες τέτοιες φράσεις και παροιμίες, που τις έλεγαν μάλιστα την κατάλληλη στιγμή, ανάλογα την περίπτωση.
Ο λόγοι που έλεγαν αυτές τις φράσεις, ήταν αρχικά διδακτικός, άλλα μπορεί να ήταν και σκωπτικός, η επειδή απλώς ταίριαζε στη περίπτωση.
Μάλιστα, θεωρούσαν σοφό, αυτόν που ήξερε πότε να πει την κάθε φράση, γιατί πίστευαν, πως τότε αξίζει εφτά παράδες! Αντίθετα, όταν κάποιος έλεγε κάτι άστοχο, που δεν ταιριάζει, τον θεωρούσαν άνθρωπο κατώτερης υπόστασης, και η κουβέντα του δεν είχε χάζι.
Παρακάτω θα αναφερθούμε σε κάποιες φράσεις που λεγόταν συχνά στη Μεσαρά, και θα προσπαθήσουμε να μπούμε στο πνεύμα των παλιών, στο πως τις εννοούσαν.
1) “Η μια πόρτα δείξουμε, κι η άλλη ανήμενε με”
Η φράση αυτή μπορεί να μην ήταν τόσο διαδεδομένη, ωστόσο όμως ήταν γνωστή και εκτός Μεσαράς.
Τι άλλο θα μπορούσε να σημαίνει αυτή η κουβέντα, από το να σατιρίσει κάποια γυναίκα, που από το πρωί δεν κάνει άλλη δουλειά, από το να παίρνει σβάρνα τα σπίτια, και να πιάνει κουβέντα με τις νοικοκυρές!
Τη λένε και “χοργιογύρα”, γιατί δεν τη χώρα το σπίτι της!
Της αρέσει να πηγαίνει στο ένα σπίτι, να παίρνει λόγια, να τρέχει στο άλλο και να τα μεταφέρει. τα Παίρνει πληροφορίες και από το άλλο σπίτι, και τις μεταφέρει στα υπόλοιπα σπίτια, κλπ.
Έτσι τη λένε και “κουτσομπόλα”, γιατί όπου πάει διασπείρει κουτσομπολιά!
2) “Του κόσμου το σιχαμερό, το κόσμο ξεσυχαίνεται”
Και αυτή η φράση έχει σκοπό να σατιρίσει τον υποτιθέμενο “καθαρό” η την υποτιθέμενη “καθαρή”, που από τη μια στο σπίτι του ή της, όλα βρωμάνε!
Η καθαριότητα εκεί είναι μονάχα στο “όσα βλέπει η πεθερά”, δηλαδή εντελώς επιφανειακή!
Αν δηλαδή τραβήξεις το ψυγείο, θα δεις από πίσω απίστευτη βρωμιά, το ίδιο και κάτω από το κρεβάτι, το ίδιο βρωμιά θα υπάρχει και στην τουαλέτα κλπ.
Ο ίδιος ο νοικοκύρης, μπορεί να τρέχει συχνά στα σκουπίδια, να μαζεύει ότι βρει, όμως:
Αν πάει σε ξένο σπίτι, θα το παίξει πάντα καθαρός, θα μιλάει συχνά για καθαριότητα, το ποσό καθαρός είναι, κι αν καθίσει και κάποια μύγα στο πιάτο, δεν τρώει, θα προφασιστεί πως δεν πεινάει!
Έτσι στο ξένο σπίτι, δεν θα καθίσει πολύ γιατί δεν αντέχει το ένα, δεν αντέχει το άλλο, εν ολίγοις το ένα του μυρίζει και το άλλο του βρωμάει!
3) “Οποίος παντρεύεται, παντρεύει και το παιδί του”
Γνωστή Μεσαρίτικη φράση, που την είχαμε ακούσει πολλές φορές.
Πως άραγε την εννοούσαν οι πατεράδες και οι παππούδες μας;
Θα μπορούσαμε να ολοκληρώσουμε τη φράση ως εξής:
“Όποιος παντρεύεται τον κατάλληλο άνθρωπο, θα έχει αποκτήσει τα κατάλληλα προσόντα, ώστε να έχει δυνάμεις να παντρέψει εύκολα και τα παιδιά του παιδιά αργότερα”
Εύκολα βγαίνει λοιπόν η επεξήγηση της φράσης, αν σκεφτούμε μονάχα δύο τρία πράγματα, που θα μπορούσε να είχε κατά νου κάποιος, που θα πάει να αναζητήσει νύφη.
Αν ας πούμε βρει μια όμορφη κοπέλα, αυτομάτως έχει μεγάλη πιθανότητα, να βγουν και τα παιδιά του όμορφα, οπότε θα είναι και περιζήτητα στο πάντρεμα τους!
Το ίδιο θα συμβεί κι αν βρει πλούτη.
Οπότε συχνά συμβούλευαν οι γονείς τα παιδιά τους, να προσέξουν τι άνθρωπο θα πάρουν, γιατί αν καταλήξουν σε τίποτα πόρνη, σε αλκοολικό άτομο σε τεμπέλη, σε καθυστερημένο η σε υπέρβαρο κλπ, οι επιπτώσεις θα υπάρξουν μετά στα παιδιά τους
4) “Το καλό παιδί το πράμα ήντα το θέλει, και το κακό παιδί το πράμα ήντα το θέλει”
Με δύο λόγια, το καλό παιδι, δηλαδή το εργατικό και προκομένο, δεν χρειάζεται να βρει περιουσία, γιατί και μόνο του θα βρει τον τρόπο να αποκτήσει δική του.
Από την άλλη, το κακό παιδί, τι τη θέλει τη περιουσία; Και να την πάρει, αμέσως θα την πουλήσει, οποτε και πάλι θα μείνει άφραγκος!
5) “Το παιδί σου πάντρεψες, γείτονα τον έκανες”
Αυτή είναι μια φράση, που την έλεγαν συχνά στη Μεσαρά, και δεν ήταν μάλιστα και λίγοι αυτοί που την τηρούσαν.
Ήταν κάποιοι που είχαν πολλά παιδιά, άρα και πολλούς μπελάδες, αφού το κάθε παιδί ήθελε όλο και περισσότερα, τότε όλη πλέον η λαχτάρα του γονέα, ήταν μέχρι να το παντρέψει, ώστε να ησυχάσει!
Να έχει δηλαδή ένα μπελά λιγότερο.
Έτσι με την ησυχία του, θα κοιτάξει να ταχοποιήσει και τα άλλα παιδιά.
Αυτός λοιπόν ο γονέας, πάντρεψε το παιδί του, και το έκανε… γείτονα!
Μάλιστα έλεγαν χαρακτηριστικά, “όχι γείτονα, άλλα και παραγείτονα”!
6) “Οποίος σε εχθρεύεται δρόμο σου καθαρίζει”!
Αυτή είναι μια παροιμία, που δεν δίνει μόνο μια νότα αισιοδοξίας στο άτομο που κατηγορείται άδικα, άλλα μάλιστα έχει και τη λογική βάση της.
Τυχαίνει λοιπόν να υπάρχουν άνθρωποι στη ζωή μας, που για διάφορους λόγους, μας βρίζουν μας διαβάλουν η μας συκοφαντούν στην κοινωνία.
Έλα όμως που η κοινωνία γνωρίζει πολύ καλά εμάς, όπως πολύ καλά γνωρίζει και τον άλλο που μας διαβάλει με σκοπό να μας μειώσει
Στην ουσία τι γίνεται. Ποτέ η κοινωνία δεν θα πάρει στα σοβαρά, το τι λέει ο κάθε τυχάρπαστος! Αντίθετα, εμάς που ακολουθούμε για χρόνια τον ίδιο δρόμο, και δίκιο θα μας δώσει, άλλα και θα μας επαιναίσει.
Έτσι στην ουσία, ο συκοφάντης δεν θα καταφέρει τίποτα. Δεν κάνει τίποτε άλλο, από το να θάβει όλο και περισσότερο τον εαυτό του, ενώ σε εμάς ανοίγει δρόμους και νέους ορίζοντες, για να πάμε ακόμα πιο μπροστά!
7) “Δε σε κερνω για να με αγαπάς, μόνο σε κερνώ για να με κερνάς”!
Γνήσια Μεσαρίτικη φράση, που εκφράζει μια τοπική αντίληψη, που σε άλλα μέρη μπορεί και να μην ισχύει.
Εδώ, στα καφενεία της περιοχής, όποιος κι αν μπει στο καφενείο, πολλοί θα φωνάξουν “κέρασε τονε”!
Αν είναι γνωστός, θα το πουν στο καφετζή με το όνομα του.
Έρχεται λοιπόν ο συγχωριανός σου ο Γιαννης, και φωνάζεις εσύ, “Καφετζή, κέρασε τι Γιάννη”!
Δίδεις έτσι μια τιμή και αξία στον συγχωριανό σου, κι αυτός φυσικά καμαρώνει για αυτό.
Όταν όμως μπεις εσύ στο καφενείο, εκείνος δεν βγάζει άχνα!
Τότε εκείνος κατατάσσεται αυτόματα στη κατηγορία του τσιφούτη!
Δεν σου δίνει την τιμή και την αξία που του έδωσες.
Βέβαια οι καφετζήδες όλοι, έχουν σταμπάρει αυτά τα άτομα, και πολλές φορές, τους την φυλάνε!
Για παράδειγμα, μπαίνει κάποιος, και φωνάζουν όλοι το γνωστό “κέρασε τονε”, το φωνάζει και ο τσιφούτης!
Αν και το φώναξε ο ως και ο τσιφούτης, όμως όταν ο καφετζής ρώτησε τον πελάτη “ήντα θα πχείς”; Και εκείνος του λέει “ένα βαρύ γλυκό”, ο τσιφούτης όμως δεν θα πει “από μένα ο καφές”!
Δεν το λέει ποτέ, μόνο για τα μάτια φωνάζει κι αυτός με το πλήθος “κέρασε τονε”!
Εκεί τώρα θα πλησιάσει ο καφετζής τον πονηρό, και θα του πει:
“Μα είπες να τον κεράσω, η μου φάνηκε”;
Δεν αποκλείεται όμως και να του μιλήσει ευθέως, σε περίπτωση που δεν εννοεί να κεράσει κανέναν:
“Μα καλά, εσύ ήντα άνθρωπος είσαι;
Σε κερνούνε σε ξαναξερνουνε, εσύ δε κερνάς ποτέ σου’;
Γιατί ο καφετζής, πάντα σέβεται τους φιλότιμους, και δεν θέλει να τους ξεκαραδιάζει.
Έτσι στόχος του είναι, να βάζουν το χέρι στη τσέπη, και αυτοί που είναι λιγότερο φιλότιμο!
Κείμενο: Γεωργιος Χουστουλακης