Connect with us

Γεια, τι ψάχνεις;

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Ένα σοβαρό απρόοπτο στο χιόνι !!

Στις μεταπολεμικές δεκαετίες στο χωριό μου, το χωριό Γαλιά, άνθιζε κατά πολύ το εμπόριο της κανελάδας-χιονάδας και ιδιαίτερα στις μεγάλες εορτές και πανηγύρια


Πέρα από τα πανηγύρια όμως, κατέβαιναν οι κανελατζίδες μέχρι και τις Μοίρες, την ημέρα Σάββατο, που γινότανε το παζάρ και πούλαγαν και εκεί, κανελάδες-χιονάδες.

Ωστόσο όλο το χιόνι που χρησιμοποιούσανε για να φτιάξουνε τη κανελάδα, το φέρνανε από τον Ψηλορείτη, αφού το κόβανε σε κολώνες, όπως μας δείχνει η φωτογραφία που συνοδεύει το παρών δημοσίευμα, και δείχνει τον γράφων να κόβει το χιόνι, έξω από τη σπηλιά του ”Ιδαίον Άντρον”, στις αρχές της δεκαετίας, του 1980.

Τις κολώνες αυτές του χιονιού τις έβαζαν σε ένα σακί και το σακί αυτό το έβαζαν μέσα σε ένα άλλο σακί, ενώ στο ενδιάμεσο των δύο σακιών έβαζαν μπόλικα άχυρα, που τα άχυρα αυτά, σαν κακός αγωγός της θερμότητας, δεν άφηνε το χιόνι να ξεπαγώσει.

Όταν όμως πέρναγε το καλοκαίρι και ερχότανε το ψιμοκαλόκαιρο και το χιόνι είχενε τελειώσει, κατέβαιναν με σχοινιά μέσα σε πολύ μεγάλους και απότομα, βαθιούς λάκκους, που αυτούς τους λάκκους τους λέγανε ”ντούσκες”.

Μέσα από τις ντούσκες αυτές, γέμιζαν τα σακιά με χιόνι, ενώ κάποιο άλλο άτομο τα ανέβαζε πάνω στην επιφάνεια, μαζί και αυτόν που είχενε κατεβεί στην ”τούσκα”.

Όλο αυτό βέβαια το εγχείρημα, επιφύλαγε πολλές φορές κινδύνους και πολλά απρόοπτα, που ένα από αυτά τα απρόοπτα, είναι και αυτό που θα σας περιγράψω στην συνέχεια.

Ο Μιχαήλος και ο Βαγγέλης στο χιόνι.
Δυο Γαλιανοί, ο Μιχαήλος και ο Βαγγέλης, ξεκίνησαν για ν’ ανεβούν στο Ψηλορείτη για να φορτώσουν τα δυο τους γαϊδούρια με χιόνι και να επιστρέψουν πάλι στη Γαλιά, που με το χιόνι αυτό θα φτιάχνανε κανελάδες, σε κάποια γιορτή.

Ήτανε τέλος του Καλοκαιριού και το χιόνι στο Ψηλορείτη είχενε λιώσει και ήτανε υποχρεωμένοι να κατεβούνε σε κάποια ντούσκα, για να γεμίσουνε τα σακιά με χιόνι.

Επειδή ο Μιχαήλος ήτανε ο πιο μεγάλος, ενώ ο Βαγγέλης ήτανε μικρότερος και πιο ελαφρύς, ξεκίνησε ο Βαγγέλης για να κατεβεί στη ντούσκα, αφού τον έδεσε ο Μιχαήλος με το φόρτωμα του ενός γαϊδάρου!!

Αλλά ενώ δεν είχενε φθάσει ακόμα ο Βαγγέλης στο κάτω μέρος της ντούσκας, σπάζει το σχοινί και πέφτει με δύναμη μες στη ντούσκα και καρφώνεται στο χιόνι.

Αρχίνησε αμέσως ο Βαγγέλης, να φωνάζει του Μιχαήλο, όσον εμπορούσενε πιο δυνατά, για να τον ακούσει:

– Μιχαήλο, Μιχαήλο!! Όφου και σκοτώθηκα!! Όφου και σκοτώθηκα!!

-Εντάξει, του λέει ο Μιχαήλος, να σου πετάξω θέλει το άλλο φόρτωμα, για να σ’ ανεβάσω απάνω!!

Πράγματι, του πέταξε τ’ άλλο σχοινί και αφού δέθηκε ο Βαγγέλης καλά, τονέ τράβηξε ο Μιχαήλος και τον ανέβασε.
Μόλις τον ανέβασε όμως απάνω, λιποθύμησε ο Βαγγέλης, χάνοντας εντελώς τις αισθήσεις του.

Ο Μιχαήλος, άρχίνησε να μοιρολογάται και να λέει, μεταξύ των άλλων:

– Όφου, όφου κι’ είντα ‘παθα ο μαύρο κακομοίτσης!! Που θα λένε ούλοι οι ανθρώποι, πως εγώ τονέ σκότωσα και θα με βάλουνε φυλακή!! Όφου, όφου, όφου, ειντά ‘παθα!!

Ενώ συνέχισε λέγοντας:

Κουράγιο Βαγγέλη!! Κουράγιο!! Μη ποθάνεις εδά Βαγγέλη, μέχρι να πάμε κάτω κάτω να βρούμενε μαρτύρους, πως δε σε σκότωσα εγώ!!

Ο Βαγγέλης βέβαια, άρχίνησε λίγο να συνέρχεται, αλλά δεν μπορούσε να απαντήσει στον Μιχαήλο, μόνο πως τον άκουγε.

Ο Μιχαήλος συνέχιζε να του επαναλαμβάνει, τα ίδια και τα ίδια:
Κουράγιο Βαγγέλη, κουράγιο, να κατεβούμε κάτω κάτω, να βρούμενε μαρτύρους, πως δεν σε σκότωσα εγώ!!

Σε λίγη ώρα συνήλθε λίγο περισσότερο ο Βαγγέλης και πέρα που άκουγε αυτά που έλεγε ο Μιχαήλος, άρχισε να μιλά λίγο λίγο και απαντά του Μιχαήλο:

– Μιχαήλο, Μιχαήλο!! Ανέ καταλαβαίνεις πως θα ποθάνω,….. φέρε μου από κέ χάμω ένα πλακάκι, για να σου γράψω απάνω,……… πως εσκοτώθηκα αμοναχός μου!!!

Αυτή η σπάνια ιστορία διασώθηκε, για να ακούγεται μέχρι και τις μέρες μας!!

Σύνταξη κειμένου – διάσωση ιστορίας – φωτογραφικό υλικό: Φανούριος Ζαχαριουδάκης

Ακολουθήστε το Cretanmagazine στο Google News και στο Facebook

Click to comment

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Δείτε και αυτά