Τη Πέμπτη έχουμε Τσικνοπέμπτη και τη Παρασκευή έχουμε πλέον μεγάλη νηστεία, και αρχή 40ήμερης νηστείας για τους Χριστιανούς, μέχρι το Πάσχα
Λέγανε πως από την Παρασκευή έχουν «μια αναστάτωση» γιατί «πετρώνονται οι ψυχές», και θα αναστηθούν το Πάσχα μαζί με το Χριστό.
Τη Παρασκευή λοιπόν μοιράζονται κόλλυβα, που έχουν φτιαχτεί από την Τσινοπέμπτη βράδυ.
Από τους ζωντανούς γίνεται το μοίρασμα του κόλλυβου σαν δείγμα προσευχής, και από παλιά λέγανε πως «κάνει κανείς μιστό, με το να κάνει στάρι», να φτιάξει δηλαδή το κόλλυβο και να το μοιράσει στους ζωντανούς.
Επίσης λέγανε πως είναι απαραίτητο να κάνει κανείς κόλλυβα για τους νεκρούς του, και τις δύο φορές το χρόνο που γιορτάζουν οι ψυχές, και τώρα την Παρασκευή που είναι αρχή της νηστείας, αλλά και το Ψυχοσάββατο. Λέγανε επίσης οι παλιοί, πως «για τους νεκρούς, το στάρι κι άμα δεν το ‘χεις να το βράσεις, να πας να μαζώξεις έστω και μια χούφτα από τσι μελιτακές και να φτιάξεις λίγο κόλλυβο». Βέβαια αυτό ισχύει περισσότερο για το Ψυχοσάββατο που έχουν μαζέψει διάφορουθς σπόρους και σιτάρι τα μυρμήγκια στη φωλιά τους.
Φυσικά δεν ισχύει ούτε αυτό, γιατί σήμερα πλέον δεν σπέρνει ο κόσμος, και το στάρι το αγοράζει από το σούπερ μάρκετ!
Για τις ψυχές λοιπόν παλιά που φτιάχνανε το κόλλυβο τη Τσικνοπέμπτη, έφτιαχναν και ζυμωτά κουλούρια που τα έκοβαν σε κομμάτια και τα έβαζαν στο πανιέρι. Τα πήγαιναν το βράδυ της Τσικνοπέμπτης στο σπερνό, και τη Παρασκευή τα μοιράζανε στο κόσμο.
Έτσι πίστευαν πως ηρεμούν οι ψυχές, και γίνεται προσευχή «για να πάψουν να είναι ανελωμένες», δηλαδή αναστατωμένες.
Σήμερα αυτό που γίνεται δεν έχει καμία σημασία με την προσευχή και το μοίρασμα του κόλλυβου. Οι πιστοί πλέον φτιάχνουν μεν κόλλυβα, αλλά παράλληλα μοιράζουν και σοκολατάκια, παξιμαδάκια, καραμέλες, γλυκά κλπ, και πρέπει να κρατά κάποιος σακούλα να τα βάλει μέσα, γιατί δεν χωράνε στα χέρια του! Καμία σχέση βέβαια με τα παλιά χριστιανικά μας έθιμα, και φυσικά με τα σοκολατάκια τις καραμέλες και τα γλυκά, οι νεκροί μας, αντί να καταφέρουμε να ηρεμήσουν, ίσως πετύχουμε το αντίθετο! Αυτά είναι μεν μοντέρνες συνήθειες, αλλά όχι απαραίτητα και χριστιανικές.
Κείμενο: Γεώργιος Χουστουλάκης