Connect with us

Γεια, τι ψάχνεις;

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Ο Μύρων Μαραγκάκης στα πέτρινα χρόνια

Μύρων Μαραγκάκης – Ο άνθρωπος που ξεπέρασε τις προσδοκίες του! Μέρος β’

Ο νεαρός Μύρος στα πέτρινα χρόνια

Ο Μύρωνας Μαραγκάκης όπως αναφέραμε και στο α’ μέρος, γεννήθηκε στο χωριό Γαλιά Δήμου Φαιστού το 1926. Σχεδόν μετά τη γέννηση του, έχασε τον πατέρα του Μύρωνα επίσης, που πέθανε, σε ηλικία μόλις 40ετών. Αιτία θανάτου μια εποχιακή πανώλη, η λεγόμενη Ισπανική γρίπη, η οποία αποδεκάτισε πολλά εκατομμύρια κόσμο στην Ευρώπη, φυσικά πολλές χιλιάδες στην Κρήτη, και καμιά πενηνταριά άτομα στο χωριό μας τη Γαλιά.

Σήμερα στο δεύτερο μέρος του αφιερώματός μας στον Μύρωνα Μαραγκάκη, δεν θα πούμε παινέδια, ούτε θα κάνουμε εγκώμια, θα εξιστορήσουμε απλώς κάποια γεγονότα και περιστατικά, που σημάδεψαν τη ζωή του.

Ο μικρός Μύρος, ορφανός πήγε στο δημοτικό, αλλά παράλληλα έπρεπε πάση θυσία να βοηθά και την άξια μάνα του τη Μραγκομύραινα, η οποία είχε και άλλα πέντε ακόμα παιδιά να θρέψει εκτός από αυτόν.

Το πρώτο πράμα που του δίδαξε μικρός κιόλας η ζωή, είναι πως τίποτε δεν σου χαρίζεται, αν δεν αγωνιστείς πεισματικά, για να αποχτήσεις αυτά που θέλεις!

Η μάνα του, που πάντα τον συμβούλευε, και του έλεγε μάλιστα συχνά μια παλιά φράση:

«Μύρο παιδί μου, να κατέχεις πως τα λεφτά θένε βαρύ κώλο! Να κάθεσαι επάνω, και να μη σε χορεύουν! Γιατί άμα σε χορεύουν εκείνα, θα φεύγουν σα τα πουλιά»!

Το μικρό Μυρωνιό, πάντα έβρισκε ποικίλους τρόπους να εξοικονομεί έστω και λίγα χρήματα, είτε κάνοντας θελήματα, είτε πουλώντας ξύλα, όμως χωρίς να χρειαστεί να κλέψει ποτέ!
Πήγε πολλές φορές φαμέγιος σε ξενοχώρια, όπου έσκαβε αμπέλια, είτε έβοσκε πρόβατα. Όταν υπήρχαν αγγαρείες, έκανε και των αδερφών του, όπως τις δεκαμερίες των Γερμανών.

Στην καμινάδα του Πετρακογιώργη

Κάποτε πήγε να ζητήσει δουλειά και στο νεόκτιστο εργοστάσιο του Πετρακογιώργη. Είχαν όμως καλυφθεί οι θέσεις μαστόρων και βοηθών, και έτσι ο Πετρακογιώργης τον έστειλε σε ένα μάστορα του, αυτόν που έχτιζε την καμινάδα. Ήταν ο μόνος που δεν είχε βοηθό, γιατί το φουγάρο ήταν πολύ ψηλό, και κανένας βοηθός δεν δεχόταν να δουλέψει σε αυτό το πόστο.

Πράγματι μίλησε με τον τεχνίτη του φουγάρου.

-Μάστορα, έχεις δουλειά και για μένα; Ρώτησε ο Μύρος.

-Άμα μπορείς να ανεβαίνεις στη καμινάδα θα σε πάρω!

-Εγώ; Και βέβαια μπορώ να ανεβαίνω!

Αυτό βέβαια το είπε στον μάστορα, χωρίς καν να έχει δοκιμάσει τα ύψη.

-Ε άμα τα καταφέρνεις να μου φέρνεις τούβλα και λάσπη εδώ πάνω, εγώ θα σου δίνω διπλό μεροκάματο! Δέχεσαι;

Έπιασε πράγματι δουλειά ο Μύρος, χωρίς να γνωρίζει την επικινδυνότητα στα μεγάλα ύψη, όμως τελικά τα κατάφερε πολύ καλά! Έβαζε σε ένα κασόνι τούβλα και λάσπη που έφτιαχνε μόνος του κάτω, μετά ανέβαινε επάνω στην καμινάδα, τα τράβαγε με ένα σχοινί, και τροφοδοτούσε έτσι τον μάστορα, για να τα χτίζει συνέχεα χωρίς να σταματά! Δούλευε δωδεκάωρο, και για κάθε μέρα για αυτόν έπιανε για δύο! Όταν τέλειωσε η καμινάδα, πήρε ο Μύρος πράγματι τα διπλά μεροκάματα του όπως συμφωνήθηκε, αλλά ο μάστορας επειδή ευχαριστήθηκε πολύ από την παλικαριά και το φιλότιμο του Μύρο, του χάρισε άλλα δέκα μεροκάματα ρεγάλο, επειδή σαν βοηθός στάθηκε αντάξιος των περιστάσεων!

Η πρώτη του επίσημη ενδυμασία!

Τώρα λοιπόν ο Μύρος με ένα σπουδαίο ποσό στη τσέπη, πήγε αργά χαρούμενος κατευθείαν στη μάνα του, και της παρέδωσε όλα τα χρήματα, για να τα διαχειριστεί εκείνη όπως ήθελε ! Δεν κράτησε για τον εαυτό του ούτε μία δραχμή! Η μάνα του καταχάρηκε γιατί είχε πολλές ανάγκες στο σπίτι, εν τούτοις λέει στο γιό της:

-Έχε την ευχή μου παιδί μου! Όμως σε λυπάμαι και σένα, που επήγες δεκαοχτώ χρονώ μπλιό, και είσαι ακόμη ξυπόλητος…

Κατέβα αύριο στσι Μοίρες, πάρε πετσί, και πήγαινε το στον αδερφό σου το Μανώλη, να σου σάσει μπότες.

-Πάρε και ένα ύφασμα καλό, και να το πας στου Σπανογιάννη (στις Μοίρες κι αυτός), να σου σάξει μια καλή κιλότα (κρητικό παντελόνι εποχής).

Ο Μανώλης έφτιαξε πράγματι τα στιβάνια του Μύρο δωρεάν, γιατί όταν ήταν κι αυτός στην στρατιωτική σχολή, ο Μύρος δούλευε και βοηθούσε την οικογένειά του!

Όταν έφτιαξε την κρητική φορεσιά, έπλεξε και ένα καλό κρητικό μαντήλι η μάνα του για το κεφάλι του! Έτσι ο Μύρος ντύθηκε για πρώτη φορά όμορφα, και ήταν σωστός λεβέντης!

Μην ξεχνάμε, πως και τα άλλα παιδιά του χωριού, δεν ήταν σε καλύτερη κατάσταση. Τα περισσότερα ήταν ντυμένα με ένα απλό ρασιδάκι, που τους το έφτιαχνε η μάνα τους στον αργαλειό.

Με αυτή την ενδυμασία, ο Μύρος ήταν έτοιμος να κοιτάξει πλέον τη ζωή με άλλα μάτια, και να απαιτήσει πίσω όλα όσα του χρωστάει! Πλέον μια φλόγα άναβε μέσα του, και τον ωθούσε να βρει τίμιους τρόπους να κερδίσει χρήματα!

Από μια βοσκική ενός χρόνου που έκανε ο Μύρος στους Κισσούς ένα φεγγάρι, σαν ανταμοιβή πήρε μιαν αίγα, και αυτήν την πήγε σπίτι της μάνας του.

Η στρατιωτική του θητεία

Πήγε στην Αθήνα και έκανε την στρατιωτική του θητεία επί Παπάγου, αφού την αίγα την άφησε στη μάνα του να πίνουν το γάλα στο σπίτι. Επιλέχτηκε όμως για να πάει και αυτός στον πόλεμο της Κορέας. Το τάγμα που θα πήγαινε στην Κορέα στρατοπέδευσε στην Ελευσίνα, και οι φαντάροι μένανε εκεί σε παράγκες, περιμένοντας να έρθει το πλοίο να τους πάρει. Τις παράγκες αυτές τις είχε φτιάξει ο Ιερός Λόχος, όταν ήρθε από την Μέση Ανατολή, και σκοπό είχαν, να πάνε να απελευθερώσουν μια περιοχή του Ρίμινι (Ριμινίτες). Το πλοίο αργούσε να έρθει, και εκείνοι περίμεναν εκεί πάνω από δυο μήνες. Ωστόσο όμως για καλή του τύχη, έπεσε η κυβέρνηση Παπάγου, και ήρθε ο Πλαστήρας, ο οποίος ευθέως δήλωσε:

«Εγώ δεν στέλνω άλλους φαντάρους στην Κορέα, επειδή αυτό είναι απαίτηση των Αμερικάνων»!

Έτσι σκόρπισε τους φαντάρους που ήταν για Κορέα σε διάφορα στρατόπεδα.

Βέβαια η μια μετά την άλλη Βαλκανικές χώρες, αντιδρούσαν κάθετα στο να στείλουν άλλους φαντάρους στην Κορέα, με αφορμή, που η Τουρκία επί Αχμέτ Ινονού, είχε στείλει μια ταξιαρχία χιλίων ατόμων, και οι Κορεάτες τους κατέσφαξαν όλους, και γύρισαν πίσω μονάχα τρείς!

Ήταν η εποχή που ιδρύθηκε και η 5η Μεραρχία, που ήταν όλοι Κρητικοί, πλην κάποιων αξιωματικών. Στην μεραρχία αυτή ο Μύρος ήταν οδηγός του στρατηγού Καραδήμα από το Αίγιο.

Μετά ήρθε ο έρωτας!

Ο Μύρος όμως, στο λίγο διάστημα ήταν στην Ελευσίνα, γνώρισε μια πανέμορφη καλοσυνάτη νησιώτισσα από την Σύμη, και γρήγορα αναπτύχθηκε ένα φλογερό ειδύλλιο! Η κοπέλα αυτή ήταν η Σεβαστή, που με τόσες χάρες που είχε, δεν μπορούσε παρά να κλέψει αμέσως την καρδιά του νεαρού Μύρο!

Ο Μύρος σαν φαντάρος κάποια στιγμή, μετατέθηκε στο στρατόπεδο Αγιάς Χανίων, και από εκεί πήρε κάποια στιγμή και το απολυτήριο.

Ξεκίνησε να ανέβει στην Ελευσίνα πλέον για δουλειά, με μόνη περιουσία του μια κατσίκα!

Ο Μύρος με γνώσεις δημοτικού, και έχοντας κάνει τη θητεία του, ξεκίνησε να φτιάχνει τη βαλίτσα του με ελάχιστα χρήματα, ίσα τα εισιτήρια, για να πάει να ζήσει μαζί με την αγαπημένη του Σεβαστή στην Ελευσίνα. Δεν πήρε τίποτα άλλο, εκτός από ένα δυο ρούχα, φυσικά και την κρητική φορεσιά του! Πήρε όμως και την κατσίκα από το σπίτι του, που ήταν και η μόνη βασική περιουσία! Ο πιο σοβαρός όμως λόγος που ανέβαινε στην Αθήνα, ήταν να πάει δώσει λόγο και να παντρευτεί την Σεβαστή, και τη κατσίκα την πήρε για να πίνει η Σεβαστή το γάλα της!

Έβαλε λοιπόν την κατσίκα του σε ένα τρίκυκλο μεταφορικό, τη βαλίτσα του, και τράβηξαν κατευθείαν για το λιμάνι του Ηρακλείου, όπου περίμενε εκεί αραγμένο το μικρό καράβι «Καδιώ». Ήταν ένα επιβατικό καράβι 40 μέτρων, που έπαιρνε ελάχιστα αυτοκίνητα, τρία ή τέσσερα, κι αυτά με γερανό που τα ανέβαζε επάνω στη κουβέρτα. Αντίστοιχα στα Χανιά εκείνο τον καιρό πήγαινε το «Δέσποινα».

Ήρθε τελικά στον Πειραιά, και τράβηξε γραμμή για την Ελευσίνα, όπου τον περίμενε με μεγάλη λαχτάρα η Σεβαστή, και η Ελευσίνα πλέον έμελλε να γίνει η δεύτερη πατρίδα του! Λογοδόθηκε, και κάποια στιγμή παντρεύτηκε τη Σεβαστή, που στάθηκε μέχρι και τώρα αντάξια σύζυγος στο πλάι του, σε όλες τις φάσεις της ζωής τους. Κάποια στιγμή η Σεβαστή έμεινε έγκυος, και το γάλα της κατσίκας στάθηκε εδώ ιδιαίτερα χρήσιμο! Ένας άνθρωπος σπάνιος στις μέρες μας η Σεβαστή, χαραχτήρας εκ φύσεως ήρεμος γελαστός, πρόσχαρος, καλοσυνάτος και υπομονετικός και χαμηλών τονων, όπου του έκανε δυο πανέμορφες και καλοσυνάτες κόρες, την Μαρία και την Αγγελική.

Έτσι το ίδιο καλοσυνάτη παραμένει και μέχρι σήμερα η κα Σεβαστή!

Οι πρώτες δουλειές του ήταν του ποδαριού

Ο Μύρος στην αρχή, έκανε ότι δουλειά τύχαινε από εδώ κι από εκεί, μέχρι ακόμα που καθάριζε αποχετεύσεις, και άδειαζε βόθρους, μάλιστα με τον κουβά! Όταν γέμιζε ένας βόθρος, έσκαβε παραδίπλα έναν άλλο λάκκο, άδειαζε εκεί με τον κουβά τα λήμματα, και μετά τον πέτρωνε με χώμα. Δούλεψε και σε μαρμαράδικο, δεν υπήρχε δουλειά που να μην την είχε κάνει, όπως λέει ο ίδιος. Όμως δεν καταπιάστηκε ακόμα με την δουλειά που είχε μάθει στην Κρήτη, δουλεύοντας ένα διάστημα στην Αγία Γαλήνη, δηλαδή αυτήν του σιδηρουργού.

Η πρώτη δική του δουλειά

Η πρώτη δική του δουλειά ήταν μια μικρή επιχείρηση, που την άνοιξε στο σπίτι του στην Ελευσίνα, και ήταν ένα μικρό μανάβικο. Με τα πρώτο λοιπόν κομπόδεμα που είχε στην άκρη, έφτιαξε το μικρό αυτό μανάβικο. Για να το ξεκινήσει, δεν είχε τίποτα να χάσει, ούτως η άλλως φτωχός ήταν, αντίθετα από κάθε μικρή δραστηριότητα που ξεκινούσε, περίμενε πολλά! Κατέβαινε λοιπόν στον Πειραιά, έπαιρνε 3 με 4 καφάσια φρούτα και λαχανικά, και τα μεταπουλούσε. Αυτό το σκέφτηκε, επειδή έβλεπε πως στην Ελευσίνα ερχόταν πολλά καΐκια από τα νησιά, για να φόρτωναν τσιμέντα από τον Τιτάνα. Άραζαν εκεί στον κόλπο της Ελευσίνας, και ψώνιζαν τρόφιμα για μια εβδομάδα, όσο θα λείπανε από το νησί τους. Έτσι και έγινε, όσο λείπανε, εφοδιαζόταν από το μαγαζί του σχεδόν από όλα που ειχε!

Φρόντιζε πολύ την αγαπημένη του, να μην της λείπε τίποτα από τα απαραίτητα, όμως δεν ξεχνούσε να ταΐζει και την κατσίκα του, που καμιά φορά την έβγαιναν μαζί βόλτα για να την βοσκήσουν!

Με τα κέρδη του μανάβικου, άνοιξε κάποια στιγμή επιτέλους και το πρώτο δικό του σιδηρουργείο, που θα ήταν στα πλαίσια των γνώσεών του! Βρήκε ένα παλιό στάβλο κοντά στην πλατεία της Ελευσίνας, του πήγε ρεύμα, και έβαλε μέσα εκεί και μερικά βασικά εργαλεία. Δούλευε καλά, παίρνοντας κάποιες μικροπροσφορές. Σιγά – σιγά έμαθε να κάνει κάποιες μεταλλικές κατασκευές όπως δεξαμενές, φούρνους διάφορους μεταλλικούς, κυρίως για ψωμί, αυτούς με τα χωριστά πατώματα.

Στο επόμενο άρθρο, θα πούμε πως ήρθαν στη ζωή του οι μεγάλες δουλειές, που άλλαξαν ριζικά τη ζωή του, αλλά όχι όμως και τον χαραχτήρα του!

Κείμενο – Φωτογραφίες: Γεώργιος Χουστουλάκης

(Συνεχίζεται)

Ακολουθήστε το Cretanmagazine στο Google News και στο Facebook

Click to comment

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Δείτε και αυτά

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Μύρων Μαραγκάκης- Άνθρωπος ξεχωριστός που ξεπέρασε τις προσδοκίες του! (Μέρος γ’) Ο Μύρωνας Μαραγκάκης, ξεκίνησε φτωχός, όπως προείπαμε στα προηγούμενα άρθρα, και έκανε κατά...

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Θα ήθελα να αφιερώσω το σημερινό μου άρθρο, σε ένα αξιόλογο Μεσαρίτη, και μάλιστα αιωνόβιο, και αυτό με την ευκαιρία της συμπλήρωσης των 95...