Connect with us

Γεια, τι ψάχνεις;

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

H τσανάκα

Τα παλιά χρόνια, ο αγροτικός κόσμος είχε πρόβλημα να μεταφέρει νερό στην εξοχή, γιατί όσες φορές έπαιρνε το σταμνάκι, εκείνο έσπαγε

Έτσι είχαν καταλήξει σε ξύλινα δοχεία, αφού τα πλαστικά δεν υπήρχαν ακόμη.

Η τσανάκα ήταν ένα τέτοιο ξύλινο δοχείο, που στην Κρήτη λεγόταν και «φλάσκα», «φλασκί» ή «καυκί».
«Καύκος» ονομαζόταν την περίοδο του Βυζαντίου.

Ήταν ένα δοχείο συνήθων νερού ή κρασιού. Στα παλιά χρόνια δεν έφευγαν οι άνθρωποι για τις δουλειές τους, είτε στο χωράφι, είτε στα πρόβατα, χωρίς την τσανάκα στον ώμο, ή κρεμασμένη στα σκαρβέλια του σωμαριού. Η τσανάκα ήταν ξύλινη, την οποία έφτιαχνε και εκείνη ο βαρελάς, αλλά με άλλη ιδιαίτερη τεχνική.

Πρώτα έκοβε τα ξύλα, έφτιαχνε τις ντούγες ή ντόγιες, τις εφάρμοζε μεταξύ τους, αλλά στο ενδιάμεσο έβαζε από ένα ξερό φύλλο αφράτου. Απέξω έμπαιναν τα τσέρκια και όπως τα χτυπούσαν πίεζαν τα ξύλα και έκαναν καλή εφαρμογή. Τα ξύλα βέβαια έπρεπε να είναι πολύ στεγνά, για αυτό ήταν καλύτερα να είναι καλοκαίρι. Αν ήταν χειμώνας, τα ξύλα έμπαιναν για λίγο στον φούρνο, ώστε να στεγνώσουν τελείως. Στην συνέχεια το γέμιζαν με νερό, το ξύλο το απορροφούσε, οπότε πρηζόταν, και έτσι γινόταν η τέλια στεγανοποίηση του. Το σχήμα της τσανάκας μπορούσε να είναι στρογγυλό αλλά πλακέ, είτε στενόμακρο. Η βάση του όμως ήταν επίπεδη με κοντά «ποδαράκια», για να μπορεί να στένεται όρθιο. Ο κοντός λαιμός έκλεινε μ’ ένα ξύλινο πώμα, που καμιά φορά ήταν μαλακό ξύλο από σφάκα, το οποίο για να μην χάνεται ήταν δεμένο με λουρί δερμάτινο πάνω στην τσανάκα. Όταν την αγόραζε κάποιος από τον βαρελά, είχε περιμετρικά χιαστί ένα δερμάτινο λουρί, όπου κατέληγε σε δυο στρογγυλούς κρίκους ή χαλκάδες στα πλάγια. Ο αγοραστής όταν πάρει στο σπίτι του την τσανάκα, πέρναγε στους κρίκους ένα δερμάτινο λουρί, που καμιά φορά ήταν μια παλιά ζώνη του.
Η τσανάκα κρεμόταν και από τον ώμο, είτε την κρατούσαν στο χέρι, είτε την είχαν κρεμασμένη στο σωμάρι του ζώου. Ανάλογα τον αγοραστή θα ήταν και η τσανάκα, αν ήταν μερακλής, θα καθίσει και θα σκαλίσει επάνω διάφορα στολίδια, ή ζωγραφιές.

Καμιά φορά σκάλιζαν και το όνομα τους και μια ημερομηνία. Αυτό βέβαια το έκαναν Οι μερακλήδες καλλιτέχνες, έκαναν διάφορα σκαλιστά, και σε άλλες ξύλινες κατασκευές, όπως αδράχτια, τυλιγάδια κλπ.

Ήθελαν, ακόμα και τα μικρά και ασήμαντα πράγματα, να είναι μερακλίδικα, όμορφα και στολισμένα. Σκοπός ήταν, με τα σκαλίσματα αυτά, να τα γνωρίζουν σε περίπτωση που κλαπούν. Η τσανάκα, διατηρούσε το νερό δροσερό όλη μέρα, και σε αυτό βοηθούσε ένα πανί που ήταν τυλιγμένο. Το πανί αυτό, που ήταν συνήθως κομμάτι από λινάτσα ή παλιό σακί, καμιά φορά το ράβανε επάνω για να μην φεύγει. Το κατάβρεχαν εάν στέγνωνε και έτσι κρατούσε κάποια υγρασία, όπου βοήθαγε να κρατάει το νερό κρύο όλη μέρα., πράγμα πολύ απαραίτητο για τις σκληρές εργασίες εκείνου του καιρού, ιδιαίτερα τις καλοκαιρινές ημέρες

Στο ίδιο δοχείο, εκτός από νερό, καμιά φορά έβαζαν και κρασί Όταν κάποιος είχε 5 ή 6 άνδρες εργάτες και ήθελαν 3 με 5 κιλά κρασί, αν δεν είχε που να το βάλει, το έβαζε στην τσανάκα. Το ίδιο έκαναν και στα γλέντια, ο κεραστής έπαιρνε αγκαλιά την τσανάκα, και κερνούσε απ ευθείας στο ποτήρι έκαστου. Καμιά φορά, αν δεν είχαν ποτήρια έπιναν όλοι απευθείας από την τσανάκα!

-«Φέρτε να πιώ να δροσιστώ, νερό απ την τσανάκα
και άλλη με παλιό κρασί, να πιώ να γίνω στάκα
!

Σε δοχείο που είχε μπει κρασί, αν μετά έμπαινε νερό, τότε μύριζε κρασίλα, αλλά δεν γινόταν αλλιώς. Μετά την κατοχή βγήκαν τα στρατιωτικά αλουμινένια παγούρια ή και εμαγιέ, και πολύς κόσμος έκανε χρήση αυτών.
Καμιά φορά με την λέξη «τσανάκα», εννοούσαν οι παλιοί στην Κρήτη, και ένα οποιοδήποτε δοχείο νερού, λαήνι κλπ.
Περίπου την δεκαετία του ’70 καταργήθηκαν οι τσανάκες, και μπήκαν σε μουσειακούς χώρους.

Ο τσούκος

Μια εναλλακτική της τσανάκας εκείνη την εποχή, ήταν και το δοχείο που κάνει η νεροκολοκύθα ή «τσουκιά», ο λεγόμενος «τσούκος». Κι ο τσούκος λεγόταν και αυτός φλασκί, φλασκούρι, ή φλασκάκι Είναι άλλο είδος παγουριού της εποχής εκείνης για πιο πρόχειρες λύσεις. Νερό μπορούσε να χωρέσει ένας τσούκος από 3 έως και 5 κιλά ανάλογα το μέγεθος. Ο τσουκος βέβαια προέρχεται από το ιταλικό tsukini, που είναι το νεροκολόκυθο.

Και στον τσούκο μπορούσε να μπει νερό ή κρασί, ήθελε όμως μεγάλη επεξεργασία πριν χρησιμοποιηθεί. Για αυτόν το λόγο, όταν είχε κοπεί από την νεροκολοκυθιά ή τσουκιά, και είχε αποξηρανθεί πολύ καλά, τότε έκοβαν το επάνω μέρος του λαιμού του, και αφαιρούσαν όλα τα σπόρια που υπήρχαν μέσα. Στην συνέχεια έριχναν μέσα άμμο ή μικρά πετραδάκια και τα ανακάτευαν καλά – καλά, για να φύγουν όλες οι φλοίδες από μέσα. Αυτό μπορούσε να γίνεται πολλές φορές όλη μέρα, για να καθαριστεί πολύ καλά εσωτερικά. Αν στην περίπτωση είχαν μείνει κάποιες φλοίδες, τότε το νερό ή κρασί θα έβγαζε μια άσχημη μυρωδιά. Έτσι το καλύτερο για την περίπτωση, ήταν να σπάσουν γυαλιά σε μικρά κομματάκια, και να τα βάλουν μέσα στον τσούκο, και μετά να τα καταχτυπάνε μαζί με νερό για πολλές ώρες. Το γυαλί έκανε σπουδαίο καθαρισμό μέσα, και έτσι δεν υπήρχε περίπτωση να χαλάσει το κρασί ή το νερό.

Και πάλι του άφηναν το νερό μέσα για μια βδομάδα να ποτίσει καλά, και μετά το έπαιρναν μαζί τους για χρήση. Αν στον τσούκο ήθελαν να τον χρησιμοποιούν για κρασί, τότε τον γέμιζαν μούστο ή παλιό κρασί, και το άφηναν μια βδομάδα να ποτίσει καλά. Αν και συνήθως στον τσούκο έβαζαν νερό ή κρασί, όπως και στη τσανάκα. Μπορεί σαν δοχείο να μην κόστιζε τίποτα, γιατί τσουκιές φύτευε όποιος ήθελε, όμως σαν δοχείο ήταν πολύ ευπαθές, και έσπαγε ή ράγιζε πολύ εύκολα όπως αν ήταν γυάλινο. Και στον τσούκο έμπαιναν ιμάντες δερμάτινοι κυκλικά για να μπορεί να κρέμεται κάπου. O τσούκος βέβαια είχε και άλλες πρακτικές χρήσεις, όπως μπορούσε να γίνει αλατιέρα με μια τρύπα στο πλάι, και τον κρεμούσαν δίπλα στο τζάκι. Ακόμα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως σκεύος για τα κουταλοπήρουνα.

Κείμενο – Φωτογραφίες: Γεώργιος Χουστουλάκης

Ακολουθήστε το Cretanmagazine στο Google News και στο Facebook

Click to comment

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Δείτε και αυτά