Connect with us

Γεια, τι ψάχνεις;

People

Ο Μαραγκομύρος μιλά για τον Λευτέρη «Γαλιανό»

Οι άλλες αρετές του Λευτέρη του «Γαλιανού» μέσα από μικρές ιστορίες – Μέρος Β’


Ο κ. Μύρωνας Μαραγκάκης, που έχει στενή σχέση με λαογραφικά θέματα, θα μας πει κι αυτός πράγματα για τον Λευτέρη, που τον θυμάται καλά στη ΣΤ δημοτικού, αλλά και ότι έχει ακούσει .

Ατέλειωτες οι πρόβες στα πέτρινα σκαλιά του σπιτιού του!

-Ήμουν κοπέλι, και θυμούμαι τον Λευτέρη να τραγουδεί στις καντάδες τους «σκοπούς της νύχτας» που ο ίδιος έβγαλε, αλλά και το «άστρα μη με μαλώνετε» . Είχε σκοπό λοιπόν, και το είχε ήδη κανονίσει μόλις φύγουν οι Γερμανοί, να πάει στην Αθήνα το έτος 1945 για αυτό το σκοπό, να γυρίσει δηλαδή δίσκο με τα τραγούδια του. Μάλιστα είχε προβεί και στις σχετικές ενέργειες. Είχε μιλήσει σε εταιρία στην Αθήνα για τον δίσκο αυτό, και ήταν πλέον θέμα χρόνου να φύγουν και οι τελευταίοι Γερμανοί που ήταν ακόμα στα Χανιά, και μετά να ανέβει.. Τον σκότωσαν όμως το 1944, και δεν πρόλαβε. Όμως από το 1942, είχε ξεκινήσει να βγάζει τους «σκοπούς της νύχτας», μαζί με άλλα 3 η 4 καινούρια τραγούδια ακυκλοφόρητα, τα οποία είχε σκοπό να τα κυκλοφορήσει όλα, και με γενικό τίτλο “σκοποί της νύχτας”. Τα τραγούδια του, όσο ζούσε, τα έκανε συχνά πρόβες στα σκαλιά του σπιτιού του όπως συνήθιζε, και άλλαζε συνεχώς τα γυρίσματα, καμιά φορά άλλαζε και τους στίχους, μέχρι να τα φέρει εκεί που ήθελε. Κράταγε κάποια γυρίσματα από τους ήχους που άκουγε, και όλα τα άλλα τα άλλαζε.
Όταν ήταν νεαρός ο Λευτέρης, στη Γαλιά είχε ακούσματα τουλάχιστον από πέντε λυράρηδες, και πρώτα – πρώτα από τον πατέρα του!

H συνεργασία του με τον Κανάκη

Πολλές φορές στο τραγούδι, έκανε και δέκα είκοσι γυρίσματα συνεχόμενα! Από πολύ μικρός είχε έφεση στη μουσική, και για αυτό πήγαινε σε παλιούς λυράρηδες, πήγαινε και στο Μαγαρικάρι, στη Φανερωμένη, και στη Γρηγοργιά στο φίλο του τον περιβόητο Κανάκη του Κουκλινού, που σκοτώσανε οι Γερμανοί στα Σκούρβουλα, όπου παίζανε μαζί με το Λευτέρη, και μάλιστα λέγανε στη Γρηγοργιά ότι «οντε θελα τσι ιδούνε να παίζουνε μαζί με τα άσπρα στιβάνια εκαμαρώνανε τη λεβεντιά ντως», όχι μόνο στο χωργιό αλλά σε ούλα τα γυροχώργια τση Μεσαρά! Όταν παίζανε μαζί με τον Κανάκη, και έπαιζε δάχτυλα η μια λύρα, η άλλη εβάστα το δοξάρι, έσερνε δηλαδή το δοξάρι χωρίς πατήματα. Μετά βέβαια αλλάζανε, έπαιζε ο ένας το σκοπό κι ο άλλος κρατούσε το ίσο! Από τον πατέρα του ο Λευτέρης μπορεί να πήρε τα πρώτα ερεθίσματα, αλλά με τον φίλο του τον Κανάκη Κουκλινό ξεκίνησε να εξασκείται στη βιολόλυρα.

Kέντρο ο Λευτέρης, αριστερά Κανάκης Κουκλινός, δεξιά Μιχάλης Νικολούδης

Με το δικό του παίξιμο έδινε αξία στα τραγούδια

Όταν ο Λευτέρης άκουγε λύρα από τους παλιούς που θαύμαζε, «άρπαζε» κάποια ελάχιστα στοιχεία, και στο σπίτι μετά τα έπαιζε με το δικό του τρόπο έτσι, που κανείς δεν μπορούσε να τα παίξει! Προσπαθούσε να τα αναβαθμίσει, και να τα φτιάξει στα μέτρα του. Στις προσπάθειές του αυτές, μπορούσε να είναι καθισμένος στα πέτρινα σκαλιά του σπιτιού του ατέλειωτες ώρες, και αν ήταν καλοκαίρι, επίσης ξενυχτούσαν και αρκετοί γείτονες μαζί του, που όλοι συνήθιζαν να κοιμόταν τότε στις ταράτσες. Τόσο γλυκιά ήταν η λύρα του, τόσο μελωδική, που όλοι προτιμούσαν να ξαγρυπνάνε και να τον ακούνε, παρά να κοιμούνται!
Μέχρι τότε, οι κρητικοί σκοποί που έπαιζαν οι λυράρηδες, ήταν συνήθως μονότονοι, και κουραστικοί. Έπιανε λοιπόν τους παλιούς αυτούς σκοπούς, που ήταν πολύ απλοί, και τους πρόσθετε πολλά γυρίσματα, τους καθιστούσε δηλαδή, απείρως πιο αξιόλογους, και τους έκανε να ακούγονται με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον από το κόσμο! Τα τραγούδια του ο Λευτέρης τα διαμόρφωνε, προχώραγε περισσότερα βήματα και τα αξιοποιούσε κατάλληλα για να φέρουν όλα την δική του προσωπικότητα.
Ο Λευτέρης κατάφερνε όλους τους σκοπούς και τους μετέφερνε σε άλλη διάσταση! Στα γλέντια που έπαιζε δεν έπαιρνε ποτέ χρήματα! Σε γάμους σε βαφτίσεις, ποτέ δεν έκανε παζάρια και ποτέ δε ζητούσε χρήματα, έπαιρνε μονάχα ότι του έβαζαν στα χαρίσματα. Τη πρώτη του βιολόλυρα την έφτιαξε μοναχός του, δεν του πέτυχε και την έσπασε επιτόπου και έφτιαξε άλλη καλύτερη! Ίσως ήταν ο πρώτος που έφτιαξε και χρησιμοποίησε βιολόλυρα στη Κρήτη, παντρεύοντας λύρα και βιολί, και συνήθως τη βιολόλυρα την έπαιζε όρθιος! Στο καφενείο του στη Γαλιά, ερχόταν ταχτικά οι 5 με 6 φίλοι του, μεταξύ και αυτών και ο Καπαϊδώνης, αλλά και ο Λευτέρης Καμπουράκης η Καστελλολευτέρης. Ο Καστελλολευτέρης ήταν από του Ρουφά, λεγόταν Καμπουράκης Λευτέρης, αλλά ονομάστηκε έτσι, γιατί ο πατέρας του ήταν Καστελιανός, από το Καστέλι δηλαδή.
Επειδή ο Καστελλολευτέρης έπαιζε αρχικά μαντολίνο, λαούτο και λύρα, παράλληλα έπαιζε και ο αδερφός του λύρα, έγιναν γνωστοί οι διό τους, και σαν «τα Καστελιανάκια»!
Τον Καστελλολευτέρη Ο Λευτέρης ο Γαλιανός, τον είχε πασαδόρο, και μαζί έπαιζαν τα τραγούδια του, στο καφενείο του τότε στη Γαλιά.
Ο Καστελλολευτέρης, μια και σκοτώσανε το Λευτέρη, περιέσωσε κι αυτός κάποιους σκοπούς του Λευτέρη του Γαλιανού.
Μέχρι τότε όμως, δεν γινόταν καντάδα στη Γαλιά να μην πούνε οι νέοι τότε τραγούδια του Λευτέρη με τους σκοπούς της νύχτας. Όλοι οι συνομήλικοι του τότε γνώριζαν τους σκοπούς της νύχτας, που από το 1944, ο Λευτέρης ο Γαλιανός, τους είχε ήδη τελειοποιήσει, όπως και όλα τα τραγούδια της νύχτας, και ήταν στο τελικό στάδιο για εγγραφή!

Το μικρό καφενείο του Λευτέρη

Εκείνα τα χρόνια συνήθιζαν κάποιοι να φτιάχνουν τα λεγόμενα «φουρνόσπιτα». Ένα τέτοιο φουρνόσπιτο ήταν στην πραγματικότητα και το καφενείο του Λευτέρη. Είχε δηλαδή στο βάθος τον ένα παραδοσιακό ξυλόφουρνο της εποχής. Ένα τέτοιο φουρνόσπιτο σώζεται σήμερα ακόμα ένα στο Μονόχωρο, και ήταν του Χρονογιώργη. Εκεί λοιπόν έκανε από μικρός το καφενείο του, και έπαιζε λύρα με τους φίλους του. Όμως επειδή ήταν και στην ομάδα της αντίστασης του χωριού με επικεφαλής τον Νικολακογιάννη. Ο Νικολακογιάννης είχε τον ασύρματο και έπαιρνε μηνύματα από τους αντάρτες, και στο μαγαζί του Λευτέρη μοίραζε τα καθήκοντα του κάθε ενός.
Εκεί ήταν και σημείο συνάντησης της ομάδας με κύριο σκοπό να βρίσκουν τρόφιμα για τους αντάρτες, του Πετρακογιώργη. Όλη η ομάδα έπαιρνε δυό κοφίνια και γύριζαν στο χωριό μαζεύοντας τρόφιμα, ψωμί παξιμάδια, κουκιά πατάτες λάδι, αυγά, στάρι κλπ τα φόρτωναν στα μουλάρια και τα πήγαιναν στο Μεσίσκλι και τα παρέδιδαν στους Κρομμύδηδες, που αυτοί αναλάμβαναν να τα πάνε στο βουνό που ήταν οι αντάρτες. Η Γαλιανή ομάδα αναλάμβανε να αποκρύπτει κυνηγημένους αντάρτες ή Εγγλέζους συμμάχους από τους Γερμανούς, και να μεριμνούν στο να μεταφερθούν στα παράλια του Λιβυκού όπου υπήρχαν σπηλιές, και εκεί να περιμένουν το καράβι για να φύγουν για τη Μέση Ανατολή. Oι πιο στενοί του φίλοι ήταν ο Καπαϊδώνης, ο Κουτσόκωστας, ο Καψαλόκωστας, ο Χαζιρομιχάλης, ο παπά Γιώργης πριν ακόμα γίνει παπάς, και ο Ρετζεπομιχαήλος.
Ο Λευτέρης είχε και καλλιτεχνικές τάσεις και στην ηθοποιία, και το ’35 γυρίσανε μαζί με το παπά Γιώργη το έργο «το Αρκάδι».
Τι είπε ο μουσικολόγος καθηγητής πανεπιστημίου για τον Λευτέρη
Τη χρονιά που ο Μαραγκομύρος τελείωνε το Δημοτικό στη Γαλιά, με δασκάλους τον κ. Ριτσακάκη και τον κ. Κακέπη, πέρασε την αυλή του σχολίου μια κούρσα, που μέσα ήταν ένας καλοντυμένος κύριος, με ψηλό καπέλο, και φώναξε τα παιδιά να τα ρωτήσει που μπορεί να βρει τον Λευτέρη τον λυράρη.
Τον πήγαν λοιπόν 150 μέτρα πιο πάνω για να του δείξουν το σπίτι, και τον άφησαν στο πατρικό του, του παπά –Γιάννη δηλαδή, και μετά ξαναπήγαν στην τάξη, γιατί ήδη είχε τελειώσει το διάλειμμα. Ο άνθρωπος αυτός, ήταν καθηγητής μουσικολόγος, του πανεπιστημίου Αθηνών καταγωγή από τα Χανιά. Είχαν κατέβει με τα γυναίκα του προφανώς για διακοπές στην Κρήτη, αλλά κάπου είχε ακούσει για τον Λευτέρη τον Γαλιανό, και ήθελε να τον γνωρίσει από κοντά! Μέχρι το επόμενο διάλλειμα, μια ώρα δηλαδή, που ήταν και πάλι στην αυλή τα παιδιά και οι δάσκαλοι, επέστρεφε και ο Καθηγητής από την συνάντηση του με τον Λευτέρη! Σταματά ο κύριος αυτός στην αυλή του σχολείου και τους λέει:
-Θα σας πω κάτι, και τα μάτια σας δεκατέσσερα, για αυτόν τον άνθρωπο που έχετε στο χωριό σας και παίζει λύρα! Αυτός ο άνθρωπος, θα αναμορφώσει τη μουσική της Κρήτης! Κάνετε ότι μπορείτε για αυτόν τον ιδιαίτερα χαρισματικό άνθρωπο! Να τα πείτε και στον πρόεδρο του χωριού σας! Απευθύνθηκε και στους δασκάλους:
-Άντε γεια σας, φεύγω τώρα και μην ξεχάσετε ότι σας είπα! Εσείς σαν μορφωμένοι άνθρωποι, να μεριμνήσετε για αυτόν τον άνθρωπο! Να κινηθείτε, να κάνετε ότι μπορείτε, γιατί από αυτόν εξαρτάται το μουσικό μέλλον της Κρήτης!
Είπε αυτά, έφυγε, και δεν ξαναφάνηκε. Δεν μάθαμε όμως ποτέ ποιο ήταν το όνομά αυτού. Βέβαια μετά το θάνατό του έκανε λεπτομερή έρευνα μια άλλη μουσικολόγος κυρία Άννα Γιαννακοδήμου, η οποία έκανε μία εκ βάθους έρευνα και για αρκετό χρονικό διάστημα στην περιοχή της Μεσαράς για τον Λευτέρη αλλά και για άλλους καλλιτέχνες της περιοχής εκείνης της εποχής.

Όταν έπαιζε λύρα ο “Σατανάς” εχορεύαν οι “διαβόλοι”!

Στα χρόνια της κατοχής, ο Λευτέρης ο Γαλιανός είχε τα διάφορα ακούσματα από τους χωριανούς του τον πατέρα του Παπαγιάννη,. Το χωριό μας πάντα και όλα τα χρόνια μέχρι σήμερα, θα είχε τουλάχιστον πέντε καλλιτέχνες λυράρηδες,! Έτσι και τότε, που είχε τον γέρο Πάσπαρο, το Μαραγκοδράκο, το γέρο Τσάχα (πατέρα του Τσαχονικολή), και φυσικά τον πατέρα του. Δεν του μαθαίνανε φυσικά, απλά καθόταν εκείνος και τους άκουγε πάντα από μακριά. Οι λυράρηδες αυτοί δεν έπαιζαν συνήθως επαγγελματικά, αλλά από μεράκι λόγω του φυσικού ταλέντου τους. Το να παρακολουθεί από μακριά, ήταν κάτι που το συνήθιζε ο Λευτέρης. Αυτό το έκανε αργότερα και ο Ανδρέας Νικολούδης με τον Τσαχονικολή και τον Μιχάλη Μαραγκάκη. Και εκείνοι ποτέ δε καθόταν κοντά στον Λευτέρη. Καθόταν 30 με 50 μέτρα πιο μακριά και τον άκουγαν, και μετά πήγαιναν στο σπίτι του Αντρεογιώργη, και προσπαθούσαν δοκιμάζοντας κάθε ένας τις ικανότητές του, αν και πως μπορούσαν να τα παίξουν και εκείνοι με τον δικό τους τρόπο!
Ήταν όμως εκτός από αυτούς τους τέσσερις παλιούς Γαλιανούς και άλλος ένας λυράρης που δεν ήταν ακριβώς χωριανός του Λευτέρη, ήταν από την Απόλυχνο, αλλά ερχόταν όμως συχνά πυκνά στη Γαλιά, που είχε συγγενείς και φίλους, και γιατί απλά ήταν άνθρωπος γλεντζές , «του φαγιού και του πχιοτού», ήταν και λιγάκι ρέμπελος.
Ο άνθρωπος αυτός που ήταν και λυράρης ήταν ο πασίγνωστος τότε ως ο «Ευαγγελινός»! Αν και κάποια στιγμή παντρεύτηκε του Χατζόκωστα μια αδερφή, και απέχτησε και μια κόρη, κάπως σοβαρεύτηκε!
Έμενε στα γεράματα του μετά στο χωριό Καλύβια, όπου και βοηθούσε στις διάφορες εργασίες του δεσπότη.
Ο Ευαγγελινός δεν έπαιζε επαγγελματικά ,συνήθως έπαιζε λύρα για τους φίλους , αλλά και πολλές φορές έπαιζε για τον… εαυτό του! Αυτός συνήθιζε να έρχεται παλιά με τα πόδια στη Γαλιά, να βρίσκει τους φίλους του, να κουβεδιάζουν και να πίνουν, και μετά έπιανε τη λύρα. Μετά τα μεσάνυχτα έφευγε πάντα σχεδόν ζαλισμένος από το μεθύσι!
Έχε όμως και μια συνήθεια, φεύγοντας μεσάνυχτα από τη Γαλιά για την Απόλυχνο, μόλις έφτανε στο ύψωμα της Ανεκουλουρίδας, εκεί καθόταν σε μια πέτρα και έπαιζε στο βαθύ σκοτάδι ώρες ατέλειωτες τη λύρα του ολομόναχος!
Λένε πως ήταν τόσο γλυκό το παίξιμό του, που πολλοί πήγαιναν από τη Γαλιά επί τούτου και τον άκουγαν, παρακολουθώντας το παίξιμό του έστω και από μακριά! Αυτό το είχε κάνει και ο ίδιος ο Λευτέρης ο Γαλιανός, πολλές φορές πήγαινε και τον άκουγε.
.Μερικές φορές κάποιο τον ρωτούσαν:
-Μα ήντα όμορφη και γλυκιά λύρα είναι απού παίζεις τσι νύχτες Βαγγελινέ! Και τότε εκείνος τους απαντούσε:
-Μα δε παίζω εγώ τη λύρα! Ο «Διάολος» είναι απου παίζει! Αυτός με μαθαίνει και μένα!
-Μα ήντα εδά λες εκειά που παίζει τη λύρα ο διάολος! Μα σοβαρά το λες?
-Να σας ε πω, εγώ κάθομαι σε μια πέτρα, κάνω ένα κύκλο γύρου – γύρου και κάθομαι στη μέση! Μετά εκειά απού παίζω έρχεται ο Αρχιδιάολος και μου πιάνει τη λύρα και παίζει εκείνος. Μου λέει κιόλας να προσέχω να μη βγει καθόλου η λύρα έξω από το κύκλο!
Στη συνέχεια ο διάολος παίζει ο ίδιος με τσι ώρες, και όση ώρα αυτός παίζει, έχουν μαζευτεί και τα διαολάκια και στήνουν τρελό χορό γύρω από το κύκλο!
Έτσι εξηγούσε το γλυκό του μεταμεσονύχτιο παίξιμό του ο Ευαγγελινός.
Πάντα έλεγε, «δε παίζω εγώ αλλά ο Διάολος»!
Μπορεί μέσα στη παραζάλη του μεθυσιού του πράγματι να μην ήξερε τι ακριβώς γινόταν, και να μην είχε καθαρή εικόνα στο μυαλό του και αυτά τα φανταζόταν. Μπορεί να τα έλεγε έτσι απλά επειδή ήταν μεθυσμένος.
Από την άλλη πάλι μπορεί και να το έλεγε για αστείο για να τους κάνει πλάκα, κανείς δεν ξέρει.

Μαρτυρία της ξαδέρφης του Μαρίας Χρονάκη

-Ο Λευτέρης είχε τη τύχη να γεννηθεί σε μια οικογένεια που ήταν όλοι φιλόμουσοι. Ο πατέρας του πάπας και λυράρης καθώς ήταν, επηρέασε σε μεγάλο βαθμό το Λευτέρη. Έχοντας λοιπόν τα πρώτα μουσικά ακούσματα από τον πάτερα του, και το φίλο του Κανάκη, ξεκίνησε την καριέρα του με τη βιολόλυρα, στα δύσκολα χρόνια της κατοχής.
Όλη η οικογένεια αγαπούσε τη μουσική, αφού όλα τα αδέρφισα του έπαιζαν κάποιο όργανο η τραγουδούσαν.
«Δεν ήθελε τα γράμματα» (λέει η ξαδέρφη η Μαρία), παρ όλο που ο πατέρας του ήθελε να τον σπουδάσει. Αυτός επέμενε να μάθει λύρα.
Έτσι, από μικρός ακόμα, έφηβος, φεύγει από το σπίτι και πάει στο Μαλεβύζι στα αμπέλια για να δουλέψει, με σκοπό να αγοράσει λύρα, αφού ο πατέρας του δεν του έδινε χρήματα.
Σιγά – σιγά κατάφερε, όχι μόνο λύρα να αγοράσει, αλλά και ένα γραμμόφωνο, που αργότερα θα τον βοηθούσε στα μουσικά ακούσματα. Φεύγοντας για φαντάρος, δεν ξέχασε να πάρει τη λύρα του στο στρατό, διασκεδάζοντας τους φαντάρους, κατά τη διάρκεια των διαλλειμάτων της εκπαίδευσης. Όταν απολύθηκε, κατοχή ακόμα, άρχισε να παίζει επαγγελματικά πια, πηγαίνοντας σε γάμους και πανηγύρια της περιοχής. Συνεργάστηκε με τον Καστελλολευτέρη, το Σάββα από τη Φανερωμένη κ.α. γνωστούς καλλιτέχνες.
Παρ’ όλο που θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους δημιουργούς της εποχής του, ωστόσο δεν κατάφερε να γράψει δίσκο, λόγω των δυσκολιών της κατοχής και της σύντομης ζωής του.
Αν και πέθανε πολύ μικρός, μόλις 25 χρονών, κατάφερε να γράψει μουσική ιστορία, αφήνοντας πίσω μια μεγάλη κληρονομία για μας τους νεότερους.
Ποιος δεν έχει ακούσει, και ποιος λυράρης δεν έχει παίξει τον «γαλιανό συρτό»? Κάνεις δε γνωρίζει ακόμα και σήμερα, για πιο λόγο ακριβώς, σκότωσαν το Λευτέρη. Ίσως ο θάνατος του, μείνει ένα ανεξήγητο μυστήριο. Πιθανόν όμως κι αυτός, να υπήρξε θύμα του μίσους και των ερίδων, που δημιούργησε ο εμφύλιος πόλεμος, και μάλιστα εντελώς άδικα.
«Τον φαγάνα γιατί τον ζήλευαν», είπε κάποιος στενός συγγενής του.
Μήπως είναι αυτή η μοίρα των μεγάλων?
Πρόλαβε και αγάπησε, δεν πρόλαβε όμως να πονέσει, πόνεσαν όμως άλλοι για αυτόν…

Κείμενο: Γεώργιος Χουστουλάκης

Κεντρική φωτό: NELLY’S Στο κέντρο της φωτογραφίας ο Λεφτέρης ο Γαλιανός, αριστερά ο παπά – Γιώργης

Ακολουθήστε το Cretanmagazine στο Google News και στο Facebook

Click to comment

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Δείτε και αυτά