Connect with us

Γεια, τι ψάχνεις;

Themata

Τα κάλαντα και τα αποκαλαντίδια

Η λέξη κάλαντα προέρχεται από τη λατινική «calenda», που σημαίνει αρχή του μήνα, τραγουδιόνταν στην αρχή του μήνα, ενώ διαμορφώθηκε από το ελληνικό ρήμα καλώ.


Η ιστορία τους συνδέεται με την Αρχαία Ελλάδα.
Έχουν βρεθεί αρχαία γραπτά κομμάτια παρόμοια με τα σημερινά κάλαντα (Ειρεσιώνη στην αρχαιότητα).
Τα παιδιά της εποχής εκείνης κρατούσαν ομοίωμα καραβιού που παρίστανε τον ερχομό του θεού Διόνυσου. Άλλοτε κρατούσαν κλαδί ελιάς ή δάφνης στολισμένο με καρπούς και άσπρο μαλλί (η λεγόμενη ειρεσιώνη, από το έριο = μαλλί), γύριζαν και τραγουδούσαν και τους έδιναν δώρα. Στις κλωστές έδεναν τις προσφορές των νοικοκύρηδων.
Στο Βυζάντιο κρατούσαν ραβδιά, ή φανάρια, ή ομοιώματα πλοιαρίων ή και κτιρίων, στολισμένα και τραγουδώντας, συνόδευαν το τραγούδι με κρούση τριγώνου ή τυμπάνου.Τα κάλαντα έχουν τη βάση τους σε παλιά λαϊκά τραγούδια.
Πρόκειται για τραγούδια με ευχές για τον νοικοκύρη και τα άλλα μέλη της οικογένειας. Τα κάλαντα είναι μια πράξη τελετουργική, η οποία σύμφωνα με τη λαϊκή αντίληψη έχει ως αποτέλεσμα την ευημερία. Στα παλιά χρόνια τα παιδιά τραγουδούσαν τα κάλαντα το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων, κρατώντας φαναράκια αναμμένα, άλλα φλογέρα ή φυσαρμόνικα και άλλα πάλι μαζί τραγουδούσαν, σαν σε χορωδία, τα κάλαντα.
Τα κάλαντα είναι τραγούδια με στίχους που από τη μια υπενθυμίζουν – αναγγέλλουν-τονίζουν την έλευση είτε κάποιας χαρμόσυνης γιορτής (τη Γέννηση Του Χριστού) είτε κάποιου θλιβερού γεγονότος (Μ. Βδομάδα – Σταύρωση Χριστού) και από την άλλη εκφράζουν ευχές σε φίλο ή γείτονα ή άρχοντα και γενικά σε κάθε νοικοκύρη που επισκέπτονται ή συναντούν εκείνοι που λένε τα κάλαντα οι καλαντάρηδες) και τα μέλη της οικογένειάς του ( την «κερά» = η σύζυγος, το γιο, τη θυγατέρα).
Το κίνητρο για κείνους που λένε τα κάλαντα είναι να αποκομίσουν είτε την καλούμενη στην Κρήτη «καλή χέρα» το φιλοδώρημα) είτε τα καλούμενα στην Κρήτη «καλοχερίδια» τα καλούδια» = τα πάσης φύσεως γλυκά ή ακόμη και αγαθά: αυγά, στάρι, λάδι).
Για να συγκινήσουν το νοικοκύρη και να δώσει μεγάλα φιλοδωρήματα, οι καλαντάρηδες λένε και πάρα πολλά παινέματα (επαίνους), χαρακτηρισμούς (αφέντη, πρωταφέντη, άρχοντα) τόσο για τον ίδιο όσο και για τα άλλα μέλη της οικογένειάς του και με στίχους που να είναι ποταμός από εικόνες εκπληκτικής ομορφιάς.
Τα τραγούδια αυτά δεν είναι τραγούδια φτιαγμένα από λόγιους ή ποιητές, αλλά από τον ίδιο το λαό μας, τραγούδια που, καθώς είναι βγαλμένα μέσ’ από την ψυχή του λαού μας, “που είναι όμοια σε εικόνες, σε έκφραση και σε κάλλος με τ’ άλλα τα τραγούδια τα δημοτικά, που τα λόγια τους βγαίνουν από το στόμα του λαού σαν το γάργαρο νερό, μιλάνε ολόισια στην ψυχή του ανθρώπου, κάνοντάς τον να τα νιώθει, να τα ζει, να τα χαίρεται”.
Και, μολονότι φτιαγμένα από απλούς ανθρώπους, πολλές φορές οι στίχοι τους είναι τόσο ποιητικοί ώστε συναγωνίζονται ακόμα και τους πιο φροντισμένους στίχους ποιημάτων, φανερώνοντας την ποιητική ψυχή του λαού μας.
Τα κάλαντα κατ’ αρχήν διηγούνται το ιστορικό της γιορτής που ξημερώνει. Έτσι, τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα εξιστορούν στην αρχή τους τη γέννηση του Χριστού.Έχουν, όμως, και επαινετικό χαρακτήρα.
Εκτός όμως από την εξιστόρηση του γεγονότος που γιορτάζουμε και τον επαινετικό τους χαρακτήρα, περιέχουν πάντοτε και ευχές.
Υπάρχει και το ζήτημα της αμοιβής. Μόνο που η αμοιβή δεν ήταν ο κύριος σκοπός των καλαντιστών. Ο κύριος σκοπός τους ήταν πάντοτε η παρέα, η συνεύρεση με την παρέα. Γι’ αυτό οι καλαντιστές δεν εισέπρατταν ξεχωριστά τα φιλοδωρήματά τους, στην αρχή όχι χρήματα, αλλά κουλούρια, κάστανα, καρύδια, μήλα, κυδώνια, κρασί, λουκάνικα, απάκια και ότι άλλο χρειάζεται για το ομαδικό φαγοπότι που ακολουθούσε. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη χαρά των καλαντιστών, τα κοινά γλέντια, η κοινή διασκέδαση της παρέας.
Να μην ξεχνάμε όμως ότι οι ιδανικοί καλαντιστές είναι τα παιδιά.
Τα παιδιά κουβαλάνε μες σ’ ολόκληρους αιώνες αυτήν ειδικά την Παράδοση -από ευγνωμοσύνη, θαρρείς, προς τον Χριστό που τα ευλόγησε όταν ήταν εδώ στη γη και τα ξεχώρισε απ’ όλα τα ανθρώπινα πλάσματα της γης, γι’ αυτόν το λόγο και αυτά εκφράζουν τη ευγνωμοσύνη τους κάθε φορά που γεννιέται ο Χριστός, όση παγωνιά κι αν είναι απλωμένη τριγύρω τους…
Τα κάλαντα που μπορεί σήμερα κάποιος να ακούσεις παντού και στον τόπο μας ακόμα, τις χαρούμενες μέρες των Χριστουγέννων, της πρωτοχρονιάς και των Φώτων, δεν είναι άλλα από τα γνωστά και ψαλλόμενα σ’ όλη την Ελλάδα κάλαντα και μόνο αραιά και πού μπορεί κανείς να ακούσει αποσπάσματα από τα παλιά όμορφα κάλαντα της Αρχιχρονιάς και των Φώτων, που κατά βάση έχουν πέσει στη λησμονιά και στην αφάνεια με συνέπεια ένας όμορφος θησαυρός της λαϊκής παράδοσης να είναι άγνωστος πια στο πολύ κόσμο.
Ο γράφων, που στα παιδικά του χρόνια μόνο τα παλιά κάλαντα τραγούδαγε κατόπιν προτροπής του πατέρα του Μανώλη, παρέα με τον αδερφό του τον Ζαχαρία, παρ’ όλο που τότε αισθανόταν μειονεκτικά έναντι των άλλων παιδιών καθ’ όσον όλα τους εξ ολοκλήρου τραγουδούσαν τα σύγχρονα κάλαντα, τώρα μονάχα καταλαβαίνει πόσο επίκαιρος πάντα, αυθεντικός και διαφορετικός ήταν.
Ήταν διαφορετικός, διότι δεν παρέλειπε ποτέ να τραγουδήσει και κάτι άλλο,
μετά το πέρας των καλάντων σε κάθε σπίτι και λίγο πριν την αναχώρηση, τα αποκαλαντίδια.
Τα αποκαλαντίδια ήταν πολύ μικρά ποιήματα και με αυτά έκλεινε την επίσκεψη στο σπίτι που έλεγε τα κάλαντα. Με αυτά ευχαριστούσε όλους μαζί και πολλές φορές ένα ένα ξεχωριστά και ευχόταν για τον νοικοκύρη,την κερά και το σπίτι συγχρόνως….

Κάλαντα Χριστουγέννων
—————————–
Καλήν εσπέραν άρχοντες, αν είναι ορισμός σας
Χριστού τη θεία Γέννηση να πω στ’ αρχοντικό σας.
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη
οι ουρανοί αγάλλονται χαίρετ’ η φύσις όλη.
Εντός σπηλέων τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων
ο βασιλεύς των ουρανών και ποιητής των όλων.
Κερά καμαροτράχηλη και φεγγαρομαγούλα
και κρουσταλίδα του γιαλού και πάχνη από τα δέντρα
Aπου τον έχεις τον υιό το μοσχοκανακάρη
λούζεις τον και χτενίζεις τον και στο σχολείο τον πέμπεις.
Κι ο δάσκαλος τον έδειρε μ’ένα χρυσό βεργάλι
και η κυρά δασκάλισσα με το μαργαριτάρι.
Είπαμε δα για την κερά ας πούμε για τη βάγια
άψε βαγίτσα το κερί, άψε και το διπλέρι
και κάτσε και ντουσούντισε ήντα θα μας εφέρεις.
Για απάκι, για λουκάνικο, για χοιρινό κομμάτι
κι από τον πύρο του βουτσιού να πιούμε μια γεμάτη.
Κι από τη μαύρη όρνιθα κανένα αυγουλάκι
κι αν το΄χει κάνει η γαλανή ας είναι ζευγαράκι
κι από το πιθαράκι σου λάδι ένα κουρουπάκι
κι αν είναι κι ακροπλιάτερο βαστούμε και τ’ ασκάκι.
Φέρε πανιέρι κάστανα, πανιέρι λεπτοκάρυα
και φέρε και γλυκό κρασί να πιουν τα παλληκάρια
Κι αν είναι με το θέλημα άσπρη μου περιστέρα,
Ανοίξετε την πόρτα σας να πούμε «καλησπέρα».

Αρχιχρονιά
————–
Ταχιά ταχιά ‘ν’ Αρχιχρονιά, πούν’ η αρχή του χρόνου
απού γεννήθηκε ο Χριστός, στην γην επεριπάτει
και βγήκεν και χαιρέτησεν όλους τσι ζευγολάτες
κι ο πρώτος που του ‘πάντηξε ήταν ο Α’ι’-Βασίλης.
-Καλά, ‘ντα κάνεις Βασιλιό, καλό ζευγάριν έχεις;;
-Καλό το λέν’ αφέντη μου, καλό κι ευλογημένο,
Η χάρη σου το βλόγησε με το δεξίν τση χέρι,
με το δεξί με το ζερβό με το μαλαματένιο
και με το χρυσοπράσινο και με το βελουδένιο.
-Να σε ρωτήξω Βασιλιό τι σπέρνεις την ημέρα;;
-Σπέρνω κριθάρι δώδεκα, σιτάρι δεκαπέντε,
ταγή και ρόβι δεκοχτώ κι από ‘νωρίς σκολάζω.
Το βούγι μου το μελισσί και το λαμπαδοκέρι
επόκαμε τ’ απέτρωτα και βγήκε στα λιβάδια
κι εκειά το εμπλεχτήκανε περδίκια και λαγούδια
και στ’ αποπερδικίσματα α’ι’τοφωλιά χτισμένη
κι απάνω στην α’ι’τοφωλιά χώρα ξετελεμένη.
-Ασήμι να ‘ν’ τ’ αλέτρι σου, χρυσάφιν ο ζυγός σου
τ’ απανωζεύγλια του ζυγού ασημοκουκλωμένα,
το βουκεντράκι που βαστάς τ’ Αι-Γιωργιού κοντάρι
κι η χέρα απού το βαστά σαφή μαργαριτάρι,
να στέκουν να σε προσκυνούν, όλοι, μικροί μεγάλοι.
-Απόπαμε του ζευγαριού να πούμε του Βασίλη.
Άης Βασίλης έρχεται απού την Καισαρεία.
Βαστά τον ουρανό χαρτί, τη θάλασσα μελάνι
τον ήλιο τον αστάλαγο χαρτί και καλαμάρι.
Στην στράτα του παντήξανε οι σκύλ’ οι Ιουδαίοι.
-Βασίλη κι από που ‘ρχεσαι, ‘πο πούθε κατεβαίνεις;;
-Απού τση μάνας μ’ έρχομαι και στο σχολειό πηγαίνω.
Κάτσε να φας, κάτσε να πιείς, κάτσε να τραγουδήσεις.
-Μα ‘με δε με μαθαίνανε τραγούδια στο σχολειό μας.
Γράμματα με μαθαίνανε γράμματα σας σε λέω.
-Κι αφού κατέχεις γράμματα, πε μας την Αλφαβήτα.
Και το ραβδίν του ‘κούμπισε να πει την Άλφαβήτα
και το ραβδί ‘τονε ξερό, χλωρούς βλαστούς και βγάνει
κι απάνω στους χλωρούς βλαστούς α’ι’τοφωλιά χτισμένη
κι απάνω στην α’ι’τοφωλιά χώρα ξετελεμένη.
Επόπαμε του Βασιλιού, να πούμε και τ’ αφέντη.
Μα ‘πα ‘ρθαμε να παίξομε στ’ αφέντη μας τη πόρτα,
απού ‘χει αυλές μαρμαρωτές και πόρτες ρουκουνάτες
και παραθυροκάμερες που στάσουν το λογάρι.
Και στον αθό του λογαριού κοιμάται νιός κι αφέντης
και ποιός θα μπει και ποιός θα βγει να μας τονέ ξυπνήσει.
‘Ποκρίνεται η βάγιαν του, η ογλήγορην του βάγια.
-Δώστε μου κάποια κάστανα και κάποια λεφτοκάρια
κι ένα σταμνί ροδόσταμο να ραίνω τον αφέντη
και ‘γω θα μπω και ‘γω θα βγω να σας τονέ ξυπνήσω.
Πετάται η βάγια η ογλήγορη, η ογλήγορή του βάγια.
-” Ξύπνησ’ αφέντη, ξύπνησε κι οι εκκλησιές σημαίνουν,
οι αρχάγγελοι λειτρουγούν, τη χάρη σ’ ανημένουν,
κι απής ‘ πολειτρουγήσανε, θα κάτσεις στο τραπέζι,
να φας απ’ άκρια του λαγού κι απ’ αγριμιού τη μέση,
να φας κι απού την πέρδικα, την αηδονολαλούσα
που την επαίρναν τα πουλιά σκοπό και κελαηδούσαν.
Εσέν’ αφέντη, πρέπει σου καθέγκλα να καθίζεις,
το ‘να σου χέρι να σκορπά και τ’ άλλο να χαρίζει
και πάλι ξαναπρέπει σου δαμασκινό τραπέζι
κι οντέ θα ‘ρθει η δαμασκινιά να ‘ρθει και το τραπέζι”.
Μα ‘πόπαμε τ’ αφέντη μας, να πούμε τση κερά μας.
-Κερά, μαρμαροτράχηλη κι αργυροπιγουνάτη
και κρουσταλλίδα του νερού και πάχνη ‘που το χιόνι.
Κερά, το φουστανάκι σου είναι κακοραμμένο
και στείλε μου το στο σκολειό να σου το καλοράψω
να βάλ’ α’ι’τούς και παρα’ι’τούς, πουλιά και χελιδόνια
να κελαηδούνε τα πουλιά να λεν τα χελιδόνια.
Επόπαμεν ε τση κεράς, να πούμε και τση κόρης.
-Επά ‘ναι κόρη ακριβή κι ακριβανεθρεμμένη.
πέντε μικροί την αγαπούν και δεκοχτώ μεγάλοι
κι απού τσι πέντε τσι μικρούς ένας θα την επάρει.
Μ’ απόπαμε τση κόρης μας να πούμε και τση Βάγιας.
-Πιάσε βαγίτσα το κερί και άψετο το διπλέρι
και κάτσε και ντουσούντισε είντα θα μας σε φέρεις.
Για απάκι για λουκάνικο, γι’ από χοιρινό κομμάτι
κια απού την μαύρην όρνιθα κιανέναν αυγουλάκι
κι αν είν’ κιαπού τη γαλανή σκειάς ένα ζευγαράκι.
Κι απού τσι κοφινίδες σας που ΄χετε τσι κουλούρες
να μας σε δώσετε και μας να βάλομε στσι βούργιες.
Κι απού το σακουλάκι σας που ‘χετε τα καρύδια
να μας σε δώσετε και μας πολλά καλοχερίδια.
Κι από τον πόρο του βουτσού να πιούμε μια γεμάτη
κι αν είν’ και περισσότερο βαστούμε μεις κι ασκάκι.
Κια ‘που το σακουλάκι σας, που ΄χετε τσι παράδες
να μας σε δώσετε και μας να παίξομε τσ’ αμάδες.
Κι αν είν’ κι απού το θέλημα, άσπρη μου περιστέρα
ανοίξετε την πόρτα σας να πούμε καλησπέρα.

Κάλαντα Αρχιχρονιάς
————————–
Άγιος Βασίλης έρχεται από την Καισαρεία,
βαστά εικόνα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι
και στο δεξί χέρι βαστά Ελληνική Σημαία.
-Άγιε Βασίλη, κάθισε να μας ε πεις τα νέα.
-Τον τόπον που εγύρεψα και όπου κι αν επήγα,
είδα σκαμμένα χώματα και μερικά πετράδια,
μαύρους και φτωχικούς λαούς, που αιώνες σκλαβωμένοι
εδά λευτερωθήκανε και ζουν ευτυχισμένοι.
Από μέσ’ από τη Γη: ”Τρις Άγιε Βασίλη
ανέ ρωτάς ποιοί είμαστε, οι Χρισθιανοί και φίλοι,
στον πόλεμο χαθήκαμε, μας έχουν ‘δω θαμμένους
και δεν παραπονιούμαστε σε κείνους απού ζούνε.
Μόνο τα ορφανά παιδιά να μην τα λησμονείτε
γιατί ‘ναι κρίμα κι άδικο τέθοιες άγιες μέρες
να δυστυχούν τα ορφανά κι οι χήρες οι μητέρες”.
Παρακαλώ σας Χρισθιανοί κατά τη δύναμή σας,
κάμετε για τα ορφανά και θα το βρει η ψυχή σας.

Κάλαντα Φώτων
——————–
Σήμερα είναι των φωτών που Αγιάζουν οι Παπάδες
και μες στα σπίτια μπαίνουνε και λέν’ τον Ιορδάνη.
Ο Ιορδάνης βαφτιστής επέρασε και είπε
δωρίσετε μου τα κλειδιά τα μαργαριταρένια
να ‘νοίξω τον Παράδεισο να ποιώ νερό δροσάτο
να πέσω να ‘ ποκοιμηθώ σε μια μηλιά ‘ποκάτω.
Τα μήλα πέφτουν στη ποδιά, τα ρόδα στο κεφάλι
και τα χρυσά τριαντάφυλλα, πέφτουν στο προσκεφάλι.
Ανήφορο κατήφορο σε τρία πηγαϊδάκια
κάθονται τρεις μελαχρινές με τα σγουρά μαλάκια.
Η μια κεντά τον ουρανό, η άλλη το φεγγάρι,
κι τρίτη η μικρότερη κεντά τον Άϊ Γιάννη……

Κάλαντα Φώτων.
——————–
Ήρθανε τα φώτα και οι φωτισμοί
και χαρές μεγάλες κι οι αγιασμοί.
Κι ήρθεν κι η κερά μας η Φωτεινή
κι άργανον εβάστα και βεργί κερί
και τον Άι-Γιάννη το βαφτιστή.
– Άι- Γιάννη Πρόδρομε και Βαφτιστή,
δύνασαι να σώσεις Θεού παιδί;
-Δύνομαι και θέλω και επιθυμώ,
μέγας είν’ αφέντης και τον ε τρομώ
κάτω στα Ιεροσόλυμα και στου Κυρίου τον τάφο,
εκεί δεντρί δεν ήτονε, δεντρίν εφανερώθη.
Στην τρούλα κάθετ’ ο Χριστός, στη μέση η Παρθένα
και στα παρακλωνάριαν του αγγέλοι κι αρχαγγέλοι.
Δώ ‘μου Παρθένα τα κλειδιά τα πάνω και τα κάτω
ν’ ανοίξω τον Παράδεισο να πιω νερό δροσάτο.
Να θέσω ν’ αποκοιμηθώ σε μια μηλιά ‘πο κάτω.
Να ιδώ τον Άι Στρατηγό, που τρέμ’ η γης κι ο κόσμος
που καμπανίζει τσι ψυχές αμαρτωλές και δίκιες.
Να ιδώ τσι νιους πως χαίρονται, τσι νιες πώς καμαρώνουν.
Να ιδώ και τα μωρά παιδιά που κλαίνε δίχως μάνα.
Τη νύχτα κλαίνε για βυζί και την αυγή για γάλα
και τ’ αποξημερώματα για την καημένη μάνα.
Εκειά που πάν’ οι δίκαιοι έναι καλλιά στρωμένα
ρόδα και τριαντάφυλλα και με ξεφουντωμένα.
Κι έκεια που παν’ οι αμαρτωλοί οφίδοι και λιακόνια.
Αμαρτωλός ως τ’ άκουσε έδερνε το κορμίν του
με πέτρες και με σίδερα ωστό να βγει η ψυχήν του.
Κι η Παναγιά τον ε θωρεί κι από μακρά του λέει:
-Αμαρτωλέ, μη δέρνεσαι, μη δέρνεις το κορμί σου,
μα ‘χω γιο εις το θρονί να σώσει την ψυχή σου.
Κι αν έναι ‘που το θέλημα χρυσή μου περιστέρα
ανοίξετε το μάνταλο να πούμε καλησπέρα.

Κάλαντα Φώτων
——————–
Αύριο είναι τω Φωτώ, π’ αγιάζουνε τον κόσμο
και οι παπάδες τρέχουνε με το σταυρό στο δρόμο.
Μέσα στα σπίθια μπαίνουνε και λεν τον ”Ιορδάνη…”
Βοήθεια να έχομε το μέγα Ιωάννη.
-Μα ‘γω ‘μαι δούλος σου Χριστέ και πως θα σε βαφτίσω
που θα καεί το χέρι μου σαν το κερί θα λιώσω.
-Τρέξε το γληγορότερο, κάμε το θέλημά μου
μη γίνεσαι περίφημος μέσα στο λόγιά μου
Στον ουρανό εξάπλωσε το δεξιόν του χέρι
κι ο ουρανός εσκίστηκε και βγήκε περιστέρι.
Ακόμη και το σήμερον οι ναύτες το βαστούνε
να βαφτιστούνε τα νερά, στη θάλασσα να μπούνε.

Κάλαντα για τα Χριστούγεννα
————————————
Καλήν εσπέραν (ή καλή ημέραν) άρχοντες αν είναι ορισμός σας
Χριστού τη Θεία γέννησηνα πω στ’ αρχοντικό σας .
Χριστός γεννάται σήμερονεν Βηθλεεμ τη πόλει
οι ουρανοί αγάλλονταιχαίρε.. χαιρεται η φύσης όλη .
Εν τω σπηλαίω τίκτεταιεν φάτνη των αλόγων
ο βασιλεύς των ουρανώνκαι ποιητής των όλων .
Πλήθος αγγέλων ψάλλουσι το “Δόξα εν υψίστης”
και τούτο άξιον εστί, η των ποιμένων πίστης.
Εκ της Περσίας έρχονταιτρεις μάγοι με τα δώρα
άστρο λαμπρό τους οδηγειχωρίς να λείψει ώρα .
Φτάνοντας στην Ιερουσαλήμμε πόθο ερωτούσι
πού εγεννήθη ο Χριστόςνα πάν να τον ευρώσι .
Δια Χριστόν ως ήκουσεο βασιλεύς Ηρώδης
αμέσως εταράχτηκεκι έγινε θηριώδης .
Διατί πολλά φοβήθηκε δια τη βασιλεία
μην του τη πάρει ο Χριστόςκαι χάσει την αξία.
Κράζει τους μάγους και ρωτά που ο Χριστός γεννάται
Εν Βηθλεέμ ηξέρομε ο συγγραφεύς διηγάται
Τον είπε να υπάγουσι και όπου τον εβρούσιν
Αφού τον προσκυνήσουσιν να παν να του το πούσιν
Όπως υπάγει και αυτός για να τον προσκυνήσει
Με δόλο ως μισόθεος για να τον αφανήσει
Βγαίνουν οι Μάγοι τρέχοντας και τον αστέρα βλέπουν
Φως θεϊκό κατέβαινε και με χαρά προστρέχουν
Φτάνοντας εις το σπήλαιο βρίσκουν την Θεοτόκο
Και βάστα στας αγκάλας της τον Άγιον της Τόκο.
Γονατιστοί τον προσκυνούν και δώρα του χαρίζουν
Σμύρνα χρυσό και λίβανο Θεό τον εφημίζουν
Σμύρνα είναι νέος άνθρωπος χρυσός ως Βασιλέας
Και λείβανο νέος θεός σ` όλη την ατμοσφαίρα
Αφού τον προσκυνήσασιν ευθύς πάλι μισεύουν
Και τον Ηρώδη μελετούν να πάνε για να εύρουν
Άγγελος εκ των ουρανώνβγαίνει τους εμποδίζει
Από άλλην οδό να πορευτούν αυτός τους διορίζει
Και πάλι άλλος Άγγελος τον Ιωσήφ προστάζει
Εις Αίγυπτο να πορευτεί και εκεί να ησυχάζει
Να πάρει και την Μαριάμ μαζί με τον υιό της
Γιατί ο Ηρώδης εζητεί τον τόκο τον δικό της
Μη βλέποντας ο Βασιλεύςτους μάγους να γυρίζουν
Στην Βηθλεέμ επρόσταξε παιδί να μην αφήσουν
Χιλιάδες δεκατέσσερις σφάζουν σε μια ημέρα
θρήνο καυθμό και οδυρμό είχε κάθε μητέρα
και επληρώθην το ρηθέν προφήτου Ισαϊου
ως και των άλλων προφητών και του Ιερεμίου

Κάλαντα Πρωτοχρονιάς
————————–
Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, ψιλή μου δεντρολιβανιά
κι αρχή καλός μας χρόνος, εκκλησιά με τ’ άγιο θρόνος.
Αρχή που βγήκεν ο Χριστός,άγιος και πνευματικός,
στη γη να περπατήσει και να μας καλοκαρδήσει.
Άγιος Βασίλης έρχεται, άρχοντες το κατέχετε
από την Καισαρεία, συ σ’ αρχόντισσα κυρία.
Βαστά εικόνα και χαρτί, ζαχαροπλάστη ζυμωτή,
χαρτί και καλαμάρι, δες και με το παλικάρι.
Το καλαμάρι έγραφε, την μοίραν του την έγραψε
και το χαρτί εμίλειε άσπρε μου, χρυσέ μου, ήλιε.
Κάτσε να φας, κάτσε να πιεις, κάτσε τον πόνο σου να πεις,
κάτσε να τραγουδήσεις και να μας καλοκαρδίσεις….

Αποκαλαντίδια
——————
Σ’ αυτό το σπίτι το ψιλό πέτρα να μη ραϊσει
κι ο νοικοκύρης κι κερά, χίλια χρόνια να ζήσει

Αποκαλαντίδια
——————
”Επά που καλαντίσαμε, καλά μας σε πλερώσαν
καλάν να παν τα έτην τως και ούλα ντως τα ‘ποδώσα.
κι αν έχουνε μικρό παιδί στα πέρπυρα χωσμένο
κι αν έχουν μεγαλύτερο στη σέλα καθισμένο,
να σει το μανικάκιν του να πέφτει το λογάρι
να το μαζών’ η μάνα του, να ‘χει χαρά μεγάλη”.

Πηγή
Γ. Ι. Σμπώκος
Φ. Εμμ. Ζαχαριουδάκης
Σύνταξη κειμένου ”ΦΑΝΟΥΡΙΟΣ ΖΑΧΑΡΙΟΥΔΑΚΗΣ ” Αρθρογράφος της εφημερίδας ”Άποψη του Νότου” και στη στήλη το ”Χθες και το Σήμερα”

Ακολουθήστε το Cretanmagazine στο Google News και στο Facebook

Click to comment

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Δείτε και αυτά

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Τα Κάλαντα της Πρωτοχρονιάς: Ζουμπουλιά Β.Χαιρέτη. Απαγγελία το 1970 ενώ ήταν 81 ετών Ταχιά ταχιά ν’ Αρχιμενιά, που ‘ν η αρχή του χρόνου, απού...

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Παραδοσιακά κάλαντα Πρωτοχρονιάς από τη Χίο τραγούδησε στην καθημερινή εκπομπή της ΕΡΤ1 Συνδέσεις στις 30 Δεκεμβρίου 2021 ο Ελληνοαυστραλός λυράρης και μουσικός Μιχάλης Πλατύρραχος...

ΚΡΗΤΗ

Τους μαθητές συνόδευαν οι καθηγητές Κλεοπάτρα Ζεάκη και Θανάσης Κορνηλάκης Τα Χριστουγεννιάτικα κάλαντα έψαλαν σήμερα στον Περιφερειάρχη Κρήτης Σταύρο Αρναουτάκη αντιπροσωπεία μαθητών από το...

Themata

Αυστηρά μέτρα για να μην επιβαρυνθεί η επιδημιολογική εικόνα Με εκτεταμένους κι εντατικούς ελέγχους, περιορισμένο αριθμό ατόμων (μέχρι 9 άτομα) στο γιορτινό τραπέζι και...

Creta

Πρωτοχρονιάτικα κάλαντα με ευχές για το νέο έτος 2020 Τα παραδοσιακά Πρωτοχρονιάτικα κάλαντα έψαλαν σήμερα στον Περιφερειάρχη Κρήτης Σταύρο Αρναουτάκη, τον Πρόεδρο του Περιφερειακού...

Themata

Τα κάλαντα έχουν και τα καλά τους για τα παιδιά, αλλά έχουν και τα απρόοπτα Σήμερα παραμονή Χριστουγέννων που κατέβηκα στην πόλη μας στις...

Creta

Με εορταστικές μελωδίες, παιδικά χαμόγελα και γελαστά πρόσωπα πλημμύρισε σήμερα το δημαρχείο στις Γούρνες Εξοπλισμένοι με τριγωνάκια και μουσικά όργανα οι μαθητές της Στ΄ τάξης του...

Themata

Κάλαντα στον Δήμαρχο από μαθητές του Δημοτικού Σχολείου Αγίων Δέκα Τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα έψαλαν σήμερα στον Δήμαρχο Γόρτυνας μαθητές του Δημοτικού Σχολείου Αγίων Δέκα,...