Λίγες μονάχα δεκαετίες έχουνε περάσει, που ο γιος του γέρο Μανώλη είχε νε πάει στην Ιταλία για να σπουδάσει Ιατρική, μιας και του Πατέρα του η τσέπη… ”βροντούσε”, για τα καλά!
Μα πως να μην ”βροντούσε”, που κάμποσους τόνους λάδι και σταφίδες το καιρό εκείνο έβγαζε και μάλιστα σε μια εποχή που ο πολύς ο κόσμος θα ‘τανε ευχαριστημένος αν έκανε ένα μεροκάματο, κάπου κάπου, έτσι για τον επιούσιο!
Σαν πλουσιόπαιδο, κανακάρης και μοναχογιός που ήταν όμως, δεν εκτιμούσε και πολύ του γέρο πατέρα του, τα λεφτά, αλλά και ούτε καλά καλά τον ίδιο, όπως αποδείχτηκε.
Όλα τα λεφτά του γέρο του, τα σκορπούσε αφειδώς, χωρίς να υπάρχει καμία προοπτική, ενώ απέδειξε με την όλη του συμπεριφορά, την απαξίωση προς το πατέρα του, ιδιαίτερα το καιρό της φοιτητικής του ζωής.
Εκείνο που τον ενδιέφερε μονάχα, ενώ ήταν φοιτητής, πόσα λεφτά και πότε θα του έστελνε ο γέρο πατέρας του και τίποτα περισσότερο.
Ποτέ μα ποτέ δεν το πήρε, ούτε ένα τηλέφωνο, για να δει τι κάνει, αν είναι καλά, αν έχει κάποιο πρόβλημα, αν χρειάζεται κάτι.
Μα ούτε και γράμμα δεν του έγραφε, για να του πει, πως είναι, πως πάνε τα μαθήματα του, πως βλέπει το μέλλον του.
Ποτέ του δεν αξιώθηκε να του γράψει, ας πούμε δυο αράδες.
Απελπισμένος ο γέρος Μανώλης για την όλη του συμπεριφορά, αλλά σκεπτόμενος συνεχώς, πως άραγε να πηγαίνει ο γιος του ως προς τα μαθήματα και ως προς τη καθημερινότητα, απεφάσισε κάποια μέρα να του γράψει ένα γράμμα.
– Καλημέρα παιδί μου. Πως είσαι; Πως πάνε τα μαθήματα σου; Γιάντα παιδί μου δεν μας θυμάσαι; Γιάντα δε μας γράφεις γράμμα, καμιά φορά, που να έχεις την ευκή μου!
Όπως εγώ, έτσι και η μαμά σου, αγωνιά να μάθει, τι κάνεις, πως είσαι…
Ο γιος μόλις πήρε το γράμμα, μπήκε στο κόπο να του γράψει, αλλά στη συνέχει το μετάνοιωσε και έγραψε μόνο στη πρώτη σελίδα ένα πολύ μεγάλο μεγάλο, ΖΩ.
Στη συνέχεια δίπλωσε το χαρτί, το έβαλε σε ένα φάκελο και το ταχυδρόμησε στο γέρο Πατέρα του.
Κάποια μέρα ο πατέρας του, έλαβε το πολυπόθητο γράμμα και αγωνιωδώς το άνοιξε, για να μάθει τα νέα από το ”κανακάρη του”!
Έμεινε όμως έκπληκτος με το μεγάλο, ΖΩ, που αντίκρισε και το οποίο έπιανε σχεδόν όλη τη σελίδα.
Φυσικά έγινε έξω φρενών!
Δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του!
Όταν όμως ηρέμησε, παίρνει το ίδιο χαρτί που έγραφε το ΖΩ, που του είχε στείλει ο γιος του και προσέθεσε και αυτός μετά το, ΖΩ, ένα μεγάλο μεγάλο, ΟΝ.
Στη συνέχεια διπλώνει το χαρτί αυτό, το βάζει σε ένα φάκελο και τον στέλνει πίσω ταχυδρομικώς στο ”κανακάρη του”, έτσι όπως ακριβώς έγραφε, τη λέξη: ΖΩΟΝ !!!!!
Εν πάση περιπτώσει, το συμπέρασμα είναι ξεκάθαρο: ”Κοπέλι και γουρούνι κι ως το μάθεις!!”
Σύνταξη κειμένου: Φανούριος Ζαχαριουδάκης