Connect with us

Γεια, τι ψάχνεις;

Themata

Ο Σήφακας,ο Μανωλιός και οι δυο παρθένες

Μεγάλος νοικοκύρης ήτανε ο Σήφακας, με διπλά, δίπατα σπίτια, απέραντα λιόφυτα και αμπελώνες.


Ωστόσο όμως βρέθηκε άτυχος στη ζωή του, καθ’ όσον η γυναίκα του είχε φύγει πολύ νωρίς από τη ζωή, λόγω ανίατης αρρώστιας, αφήνοντας του δυο πανέμορφες κόρες που είχαν κάνει από κοινού.

Ο Σήφακας όμως, σαν καλός οικογενειάρχης που ήταν, τις μεγάλωσε από μόνος του, χωρίς καμία έξωθεν βοήθεια.

Οι κόρες του πάντα ξεχώριζαν, για το ακέραιο του χαραχτήρα των, την καλοσύνη, τη πραότητα, την ηθική και γενικά την όλη συμπεριφορά των προς τον έξωθεν κόσμο.

Αγαπούσαν και άκουγαν πάντα το πατέρα τους, που τόσο πολύ ταλαιπωρήθηκε και μόχθησε γι’ αυτές, χαρίζοντας τους όλες αυτές τις ηθικές και κοινωνικές αρετές με τις οποίες ήταν προικισμένες.

Παράλληλα όμως ο Σήφακας, καθώς είχε μια τεράστια περιουσία, δεν μπορούσε από μόνος του να την καλλιεργεί και αναγκάστηκε να πάρει ένα βοηθό-δούλο, για τις διάφορες αγροτικές δουλειές.

Το όνομα του δούλου ήταν, ”Μανωλιό”

Ο Μανωλιός, ήταν δραστήριος, εργατικός και πολύ έξυπνος.

Από πολύ νωρίς κέρδισε την εμπιστοσύνη του Σήφακα, νοιώθοντας το, ότι είχε ένα τρίτο παιδί μέσα στο σπίτι του.

Αλλά ο Μανωλιός, μόνο για αδελφές του δεν έβλεπε τις κόρες του αφεντικού του, στα μάτια τα δικά του.

Έκανε παντοίους τρόπους για να τις ξεμοναχιάσει.

Κάτι βέβαια πολύ δύσκολο για αυτόν, διότι, πέρα που οι κόρες άκουγαν τυφλά τις συμβουλές του πατέρα των, τον εφοβούντο επιπλέον.

Κάποια μέρα όμως, ο Σήφακας, παρέα με το Μανωλιό, ξεκίνησαν να φορτώνουν τα ”ζυγάλετρα” για να πάνε και να κάνουν χωράφι, να σπύρουν σιτάρι, για να βγάλουν καρπό, προορισμένο για το ψωμί του σπιτιού.

Οι δυο ”κάσοι”, εργαλεία, που χρειαζόταν για να ζέψουν τα γαϊδούρια και να κάνουν χωράφι, ήταν στο πέρα σπίτι, σε μικρή σχετική απόσταση από το σημείο της φόρτωσης.

Ο Σήφακας απευθυνόμενος στο Μανωλιό, του λέει:

– Άμε βρε Μανωλιό στο πέρα σπίτι, να φέρεις τσι δυο κάσους που θα χρειαστούν να ζέψουμε τα γαϊδούρια για να κάνουμε χωράφι…

Σε αυτό το σπίτι όμως, έμεναν και κοιμόνταν οι δυο κόρες του Σήφακα.

Πηγαίνει ο Μανωλιός στο πέρα σπίτι, για να πάρει τους ”κάσους” και βλέπει τις δυο κόρες του αφεντικού του, αγκουροξυπνιμένες καθώς ήταν, ενώ φορούσαν τα νυχτικά τους φορέματα ακόμα.

Αυτός, αντι για να πάρει τους κάσους, λέει και στις δυο ταυτόχρονα.
Μου είπε ο πατέρας σας,να ρθω και να το ”κάνουμε”, και με τις δυο σας συγχρόνως.

Αυτές αντέδρασαν αμέσως έντονα, και άρχισαν να φωνάζουν δυνατά.

– Μπαμπά!! μπαμπά!! μπαμπά!!!!!

Την ίδια ώρα, συγχρόνως, άρχισε και ο Μανωλιός να φωνάζει πιο δυνατά απ’ αυτές, υπερκαλύπτοντας τις φωνές των κοριτσιών, λέγοντας:

– Θείο!!!!!! Θείο!!!!!!!!! Θείο!!!!!!!!!!!!

– Ορίστε!!!!!!!!!!!, απαντά ο Σήφακας

– Και τσι δυο!!!!! και τσι δυο!!!!!!!!!!, φωνάζει πάλι ο Μανωλιός.

– Και τσι δυο…..και γρήγορα!!!!!!!!!!, αποκρίνεται ο Σήφακας,, αλλά μην καθυστερείς!!!!!!! Έχουμε πολύ δουλειά!!!! Άκουσες!!!!!!! Γρήγορα όσο μπορείς!!!!! και τσι δυο και γρήγορα!!!!!!!!!!!!.

Από τον Φανούριο Ζαχαριουδάκη.

Ακολουθήστε το Cretanmagazine στο Google News και στο Facebook

Click to comment

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Δείτε και αυτά