Προσωπικά θεωρώ μεγάλη τύχη, και αξέχαστη εμπειρία, για όσους έτυχε να έχουν αναμνήσεις από βιώματα σε καλύβες τα καλοκαίρια!
Καλύβα, η εξοχική κατοικία!
Σε πολλά χωριά της Κρήτης, τα καλοκαίρια έφτιαχναν μια καλύβα κάθε οικογένεια στην εξοχή, αλλά οι ίδιοι δεν «ξώμεναν» μέσα στην καλύβα αλλά απ’ έξω, την είχαν όμως για διάφορες χρήσεις!
Μια καλύβα έφτιαχνε ο αγρότης, για να παραθερίσει , αυτός και η οικογένεια του, τουλάχιστο ένα μήνα αλλά και παραπάνω, στις ζεστές μέρες του Καλοκαιριού, όπου θα υπάρχει δροσιά.
Πού, πότε και γιατί?
Την καλύβα θα την έφτιαχνε κάθε ένας, στο μέρος όπου είχε τις θημωνιές του, και ήδη είχε περάσει η αλωνιστική μηχανή!
Στο έδαφος είχε πέσει πολύς σπόρος, και μαζί με τους άγριους σπόρους που έπεφταν από το κόσκινο, ίρες, αγγέλαμους, και άλλων ζιζανίων, θα ήταν τροφή για τα “ορνιθοκούραδα”, (κότες χήνες πάπιες κλπ).
Για τα πουλερικά, είχαν μια πρόχειρη φωλιά με κλαριά κάπου σε ένα διπλανό δένδρο, με το κασόνι μέσα με το απότοκο αυγό, και το γαστράκι με το νερό.
Το απότοκο το έβαζαν για να ξεγελάνε τις κότες, και να πηγαίνουν εκεί να κάνουν το αυγό τους!
Πολλές φορές αντί για αυγό, έβαζαν ένα πορσελάνινο αυγό, από το κεφάλι του μονωτήρα του ΟΤΕ!
Είχε κι αυτό το ίδιο αποτέλεσμα!
Οι κότες πλέον για ένα μήνα τουλάχιστον η και παραπάνω, δεν χρειαζόταν επιπλέον τροφή!
Το ίδιο όμως και τα άλλα ζώα, γαϊδούρια και κατσίκες.
Είχε πέσει πολύ άχυρο, σκύβαλα, από τη μηχανή, και τροφή και για αυτά υπήρχε αύθονη!
Ο αγρότης επίσης θα έκανε μια καλύβα δίπλα στο αμπέλι του.
Εκεί θα έμεναν όλοι τις ημέρες του τρυγητού, από το μάζεμα του σταφυλιού, περιμένοντας μέχρι ξεραθεί η σταφίδα τους, να τη παρεφυλάνε, να μην τη κλέψουν έως και το μάζεμά της!
Θα τα μάζευαν και θα πήγαιναν σπίτι, συνήθως με τις πρώτες βροχές του Φθινοπώρου!
Πως φτιάχνεται μια καλύβα
Διάλεγαν ένα μεγάλο δένδρο, συνήθως ελιά η πλάτανο που να έχει παχύ ίσκιο.
Κάτω εκεί, κοντά στον κορμό, στερέωναν τέσσερις μεγάλους πασσάλους τουλάχιστο 2 μέτρων με δίχαλο πάνω. Με άλλους τέσσερις, έδεναν την οροφή, με τη βοήθεια τελιού η σύρματος.
Πολλές φορές αντί πασσάλους από κλαριά ελιάς, που ήταν τα πιο συνήθη, έκοβαν ξερούς κορμούς του άνθους αθανάτου!
Μπορεί να μην είχαν τόσο μηχανική αντοχή, ήταν όμως ευθυτενείς και μακροί, που έφθαναν τα τέσσερα πέντε μέτρα!
Ένας άλλος πάσσαλος θα χώριζε το σημείο της εισόδου της πόρτας, και από κει και πέρα, σειρά είχαν τα καλάμια!
Αρκετά καλάμια θα δενόταν όρθια, μαζί με τα φύλλα, στα πλάγια ανά είκοσι εκατοστά περίπου, το ίδιο και στην οροφή.
Και αυτά δενόταν με τέλι η σπάγκο.
Τελευταία έμπαιναν τα δροσερά κλαριά με πλύσιο φύλλωμα.
Τα πιο συνήθη ήταν τα κλαριά από πλατάνια.
Όμως μπορούσαν να έβαζαν και κλαριά από σφάκα (πικροδάφνη), κυπαρίσσι, κλπ.
Αφού γέμιζε κλαριά παντού η καλύβα, ήταν πλέον έτοιμη για χρήση!
Εκεί μέσα θα ήταν η κουζίνα, τα κατσαρολικά, μερικά ποτήρια και πιάτα.
Τραπέζι δεν ήταν και απαραίτητο, γιατί έστρωναν το τραπεζομάντηλο χάμω, και καθιστοί όλοι στα σκαμνάκια!
Μέσα επίσης, θα ήταν το κρυγιοστάμνι, και σε μια γωνιά τα ρούχα στοιβιασμένα με πολλά σακιά, για τη στρωματσάδα το βράδυ!
Ο λύχνος, και η λάμπα πετρελαίου.
Σε μια βούργια ψηλά κρεμασμένη, θα είχε ντάγκους , παξημαδένιο ψωμί, και μπόλικες αλμυρές σταφιδολιές σε ένα πανί τιλιγμένες!
Κάπου σε ένα μεταλλικό δοχείο γαζοντενέκας, θα υπήρχαν σίγουρα μερικά λαδοτύρια .
Από την έξω μεριά, θα κρεμόταν η λεγόμενη «βρύση», ένα μεταλλικό ειδικό δοχείο νερού με βρυσάκι, για το πρωινό πλύσιμο!
‘Όταν άδειαζε το ξαναγέμιζαν.
Η παρασθιά για μαγείρεμα, ήταν διό πέτρες παραδίπλα, που θα μαγείρευε η νοικοκυρά.
Τα ξύλα θα τα μάζευαν τα παιδιά από τη γύρω περιοχή.
Επειδή όμως γρήγορα τελείωναν, τα παιδιά πήγαιναν όπου υπήρχαν αθάνατοι, και έφερναν ξερούς κορμούς και ξερά φύλλα!
Έχει διαπιστωθεί, πως το ξερό φύλλο αθανάτου, είναι ιδιαίτερα εύφλεκτο, με δυνατή φωτιά στο μαγείρεμα!
Νερό θα υπήρχε μόνο στις δύο μεταλλικές κανίστρες κάτω στον ίσκιο, αλλά κοντά θα υπήρχε σίγουρα, η ένα καβούσι πηγής, η κάποια βρύση για καθημερινή τροφοδοσία.
Θα είχαν προμηθευτεί τρόφιμα, όσπρια πατάτες κλπ, αλλά οι ταχτικές επισκέψεις στον κήπο, θα ενίσχυε το μενού με βραστά η γιαχνί χορταρικά, καθώς και τα κοτόπουλα στα κρεατικά με τα αυγά.
Οι κατσίκες θα έδιναν το γάλα, που θα άρμεγε κάθε βράδυ η μητέρα, και το πρωί όλοι θα έπιναν το γάλα τους, με κομμάτια ντάγκου μέσα
Ο παιδικός παράδεισος
Λιτά και απέριττα τα πράγματα της καλύβας, λιτή και η ζωή, αλλά πολλή αγαπητή από όλους, και κυρίως από τα παιδιά!
Τα παιδιά όταν έλειπαν οι γονείς για άλλες δουλειές, αναλάμβαναν να φυλάνε τα αυγά από κλεφταυγουλάδες, να ποτίζουν και να ταίζουν τις όρνιθες (κότες)!
Με λαχτάρα περίμεναν τον παγωτατζή να περάσει από κάπου κοντά με το τρίκυκλο και να πουλά σε ξιλάκι κρέμα και σοκολάτα. Μιά δραχμή η κρέμα, και μιάμισι η σοκολάτα!
Τότε άρχιζαν τα παρακάλια του πατέρα για ένα παγωτό!
Τις αποκριές τις Παναγίας, όλοι νήστευαν υποχρεωτικά, και ο παγωτατζής έφερνε τα σαρακοστιανά παγωτά με πεπόνι!
Αν αναλογιστεί κανείς πως δεν είχαν τα παιδιά μάθημα, ότι υπήρχαν πολλά παιδιά στις γύρω καλύβες, και οι περισσότερες οικογένειες ήταν πολύτεκνες, και τα παιδιά σμίγανε όλη μέρα στο παιγνίδι, δεν ήθελαν κάτι άλλο!
Όλη μέρα παιγνίδι, από όλα τα παιγνίδια που ήξεραν, από τριόδι, αμάδες, κρυφό, μέχρι κλοτσοσκούφι, ντελιμά, τόπι, και μπίζ μπώλ!
Οι νύχτες επίσης άλλη χάρη, κάτω από το φως του φεγγαριού, με δεκάδες ιστορίες, με παραμύθια και φανταστικές ιστορίες με τα άστρα και τους αστερισμούς, με ηχητικό χαλί τα τριζόνια!
Από καμιά καλύβα δεν εξέλειπε ένα ράδιο για ειδήσεις, για πρωινό ξύπνημα με τη Θεία Λένα, και πρωινά ευχάριστα τραγούδια!
Όλοι ήταν φιλόμουσοι, και όλοι άκουγαν και κρητικά, αλλά και λαϊκά!
Δεν έχαναν και το πρόγραμμα της Φωκίδας με τα επεισόδια του καραγκιόζη, που παρ’ όλο που τα επισόδια ήταν επαναλαμβανόμενα, άρεσαν και τα άκουγαν ξανά και ξανά!
Άλλες εκπομπές τότε ήταν, το «πικρή μικρή μου αγάπη», το θέατρο της Δευτέρας, που όλοι έπρεπε να κάνουν σιωπή!
Ειδικά στο αστυνομικό “Το σπίτι των ανέμων” με τον Βύρωνα Πάλλη, και την Αφροδίτη Γρηγοριάδου, δεν άκουγες αναπνιά!
Είχε και μιά φοβερή μουσική στην αρχή, που σε παρέπεμπε για το θρίλερ!
Μικροί μεγάλοι, δεν έχαναν επισόδιο!
Ήταν τόσο ζωντανές οι σκηνές, που πολλές φορές άφηναν και…εφιάλτες στα παιδιά!
Τα ηχητικά, οι σκληριές, κραυγές,τα αστραπόβροντα ήταν αληθινά, και οι περιγραφές επίσης, και όλα αυτά να τα ακούει η Γρηγοριάδου, και να μιλά για ένα “ΟΝ” χωρις πόδια, και να το βλέπει να σέρνεται σαν βατράχι απο το κρεβάτι της, και να λιποθιμά!
Τέτεια, παραμηθένια “όντα”, μας άφησαν αναμνήσεις στο ραδιόφωνο!
Δεν θυμάμαι πιο ξέγνοιαστα χρόνια, και τη λιτή ζωή
Όλες αυτές οι καλοκαιρινές μέρες της καλύβας, ήταν για να ξεκουράζεται η οικογένεια, να φορτίζει τις μπαταρίες όλων, γιατί το Φθινόπωρο με τα οργώματα και τα σπαρτά, τα παιδιά στο σκολιό, ο χειμώνας με τις ελιές θα ήταν αρκετά κουραστικά!
Πολλοί ίσως είναι αυτοί, που θα επιθυμούσαν να ξαναγύριζαν τα χρόνια εκείνα, έστω χωρίς τις σημερινές πολυτέλειες με την τηλεόραση, τα κινητά και τα αυτοκίνητα!
Κείμενο – φωτογραφίες: Γεώργιος Χουστουλάκης